Όλοι γνωρίζουμε πως η χώρα μας εκτός από λάδι, φέτα και ελιές, εξάγει και μπάσκετ.
Η προπονητική σχολή των Ελλήνων θεωρείται από τις καλύτερες τα τελευταία χρόνια με λαμπρά παραδείγματα εκείνα των Δημήτρη Ιτούδη και Γιώργου Μπαρτζώκα σε Ρωσία και Ισπανία αντίστοιχα, αλλά και δεκάδες άλλους προπονητές σε διάφορες χώρες.
Στη μακρά λίστα των πετυχημένων προπονητών μπάσκετ, έγραψε τελευταία το όνομά της και η Κατερίνα Χατζηδάκη. Η πρώτη Ελληνίδα προπονήτρια που έφυγε από την Ελλάδα για την Τουρκία.
Με όπλα της τη θέληση και τη σκληρή δουλειά η Ελληνίδα προπονήτρια διαπρέπει στον πάγκο της τουρκικής Χατάι. Η Κατερίνα Χατζηδάκη μίλησε για την εμπειρία της αλλά και το νέο της ξεκίνημα στη γειτονική χώρα.
«Πριν από ενάμιση χρόνο μου έγινε μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση από έναν Τούρκο προπονητή να δουλέψω μαζί του ως βοηθός. Ήταν μια πρόταση στην οποία σίγουρα δεν λες όχι! Στην άκρη του μυαλού μου είχα πάντα την επιθυμία να δουλέψω στο εξωτερικό και από τη στιγμή που μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία την εκμεταλλεύτηκα άμεσα».
Η Κατερίνα Χατζηδάκη ξεκίνησε να ασχολείται με το μπάσκετ από τον Ασπρόπυργο, όπου γεννήθηκε. Την προπονητική της καριέρα την ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια όταν στα 17 της χρόνια προπονούσε ομάδες κορασίδων. Το 2005 γνώρισε την Γιασεμή Σαμαντούρα με την οποία συνεργάστηκε, δουλεύοντας με την ιδιότητα της βοηθού προπονήτριας για πολλά χρόνια.
Όπως επισημαίνει η Κατερίνα Χατζηδάκη, οι διαφορές του ελληνικού γυναικείου μπάσκετ με το τουρκικό είναι μεγάλες. «Οι διαφορές είναι πάρα πολλές, τόσο σε οργανωτικό, όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο. Η ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης της Τουρκίας είναι πολύ κοντά στις ομάδες, το γυναικείο πρωτάθλημα έχει ξεχωριστό γενικό χορηγό και οι αγώνες προβάλλονται ζωντανά είτε από την τηλεόραση, είτε από το διαδικτυακό κανάλι της ομοσπονδίας. Η κάθε ομάδα έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει 4 ξένες αθλήτριες, καθώς επίσης και μια επιπλέον ξένη η οποία κατέχει τουρκικό διαβατήριο. Από μόνο του το γεγονός αυτό καταδεικνύει πως τα μπάτζετ των περισσοτέρων ομάδων είναι αρκετά υψηλά, γεγονός που κάνει το πρωτάθλημα της Τουρκίας από τα ποιοτικότερα της Ευρώπης. Στην Ελλάδα δυστυχώς τα πράγματα είναι σχεδόν ακριβώς το αντίθετο, και εν μέρει είναι αναπόφευκτο λόγω της γενικότερης οικονομικής κατάστασης της χώρας μας, αλλά θεωρώ πως τουλάχιστον στο κομμάτι της οργάνωσης υπάρχουν περιθώρια και δυνατότητα βελτίωσης».
Οι δύο πιο αναγνωρίσιμοι της Ελλάδας στην Τουρκία είναι ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς και ο Κώστας Σλούκας, όμως η Κατερίνα δεν έχει τύχει να βρεθούν αφού εκείνη εργάζεται στην Αντιόχεια που είναι μακριά από την Κωνσταντινούπολη.
Όπως λέει η ίδια οι τρομοκρατικές επιθέσεις, αλλά και η «πολεμική ατμόσφαιρα» δεν την έχουν επηρεάσει, ωστόσο πάντα λαμβάνει τα μέτρα της. «Δεν θα έλεγα πως φοβάμαι, καθώς η περιοχή που μένω θεωρείται και πιστεύω ότι είναι από τις πιο ασφαλείς στην Τουρκία, αλλά σαφώς επηρεάζομαι και λυπάμαι με όσα γίνονται τόσο εδώ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.
Ο ελεύθερος χρόνος μας φέτος είναι σχεδόν μηδαμινός. Οι αγωνιστικές υποχρεώσεις και τα ταξίδια είναι τόσο συχνά, που δε μου αφήνουν περίσσιο χρόνο για δραστηριότητες πέρα από τη δουλειά μου».
Οι στόχοι της ομάδας που προπονεί η Κατερίνα είναι η είσοδος στα play off και η καλή πορεία στην Ευρωλίγκα. «Βασικός φετινός στόχος της ομάδας μου είναι η είσοδος στα play off και από εκεί και πέρα ευελπιστούμε να έχουμε μια πορεία ανάλογη της περσινής, όπου και τερματίσαμε στη δεύτερη θέση. Ταυτόχρονα, στην πρώτη συμμετοχή της ομάδας στην ιστορία της στην ευρωλίγκα, θέλουμε να τερματίσουμε στην πέμπτη θέση του ομίλου μας, έτσι ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε στο eurocup. Αναφορικά με τους προσωπικούς μου στόχους, επιθυμία μου είναι να συνεχίσω να εργάζομαι σε ομάδες υψηλού επιπέδου με υψηλούς στόχους και φιλοδοξίες, με απώτερο σκοπό να βελτιώνομαι και να εξελίσσομαι όσο το δυνατόν περισσότερο».