Το ζήτημα των παράνομων ιδιαίτερων μαθημάτων,αρκετών οικοδιδασκάλων καθώς και άλλων δομών απασχόλησης παιδιών που , υπερβαίνοντας τις νόμιμες αρμοδιότητές τους, παραδίδουν και φροντιστηριακά μαθήματα είναι σοβαρό και χρόνιο πρόβλημα του χώρου των Φροντιστηρίων Μέσης Εκπαίδευσης και των Κέντρων Ξένων Γλωσσών.
Η νομοθεσία ορίζει ότι η ταυτόχρονη διδασκαλία σε ομάδα άνω των 5 ατόμων ή άσχετα με τον αριθμό των ομάδων σε περισσότερα από10 άτομα εβδομαδιαίως είναι φροντιστήριο “ (Νόμος 2545/1940, ΦΕΚ 287/Α/1940, κεφ.ζ, άρθρα 63 και 75). Κατά συνέπεια , όταν σε ένα χώρο διδάσκονται παραπάνω από 10 άτομα εβδομαδιαίως , είτε ατομικά είτε σε ομάδες, πχ 2 των 5 ατόμων,ή 5 των 2 ατόμων κλπ,τότε ο χώρος αυτός θεωρείται φροντιστήριο και οφείλει να τηρεί τις κτηριακές προδιαγραφές που ορίζει η νομοθεσία για να έχει άδεια λειτουργίας:
1) Συγκεκριμένο ελάχιστο εμβαδόν αίθουσας,
2) Συγκεκριμένο εμβαδόν ανοιγμάτων φυσικού φωτισμού/ εξαερισμού ανάλογο του εμβαδού της αίθουσας, ελάχιστο ύψος αίθουσας και Πιστοποιητικό Στατικής Επάρκειας κτηρίου υπογεγραμμένο από 2 Μηχανικούς,
3)Πυρασφάλεια .
Και βέβαια, ο ιδιοκτήτης οφείλει να επιτρέπει στις αρχές να διενεργούν ελέγχους ανά πάσα στιγμή και υφίσταται κυρώσεις και βαρύτατα πρόστιμα, αν βρεθεί να παρανομεί. Οι οικοδιδάσκαλοι / ιδιαιτεράδες , από την άλλη πλευρά δεν είναι υποχρεωμένοι να έχουν την ίδια αδειοδότηση που έχουν τα φροντιστήρια και ο μόνος φαινομενικός περιορισμός είναι ο αριθμός των μαθητών που δικαιούνται ανά εβδομάδα (βλ. προαναφερθείσα νομοθεσία ).
Ωστόσο , πολλοί από αυτούς διατηρούν επαγγελματικούς χώρους, με την αυθαίρετη ονομασία “οικοδιδασκαλεία “, τους οποίους έχουν μετατρέψει παρανόμως σε φροντιστήρια. Ακόμα και όσοι διδάσκουν σε σπίτια,σε κάποιες περιπτώσεις, δημιουργούν αυτοσχέδια φροντιστήρια σε διαμερίσματα/οικίες με ομάδες μαθητών.΄Ετσι, όλοι αυτοί ουσιαστικά λειτουργούν σαν φροντιστήρια χωρίς να υφίσταται τη διαδικασία αδειοδότησης του χώρου τους, τον κάθε είδους κρατικό έλεγχο και την καταβολή εισφορών και φόρων. Σε αυτούς προστίθενται και 1) πολλά ΚΔΑΠ τα οποία μεταξύ των δραστηριοτήτων απασχόλησης παιδιών συγκαταλέγουν παρανόμως και φροντιστηριακά μαθήματα, και 2) τα εντελώς παράνομα Κέντρα Μελέτης για τα οποία δεν υπάρχει καν ΚΑΔ και ουσιαστικά λειτουργούν με κάποιου είδους “εικονική ” άδεια που αφορά σε άλλου είδους δραστηριότητα.
Λόγω αυτής της ανομίας αλλά και της έλλειψης ξεκάθαρης νομοθεσίας και ελεγκτικών μηχανισμών, οι συνάδελφοι ιδιοκτήτες Φροντιστηρίων και Κ.Ξ.Γ βρίσκονται στη δυσχερέστατη θέσει να πρέπει να βαρύνονται με όλα τα πάγια έξοδα των επιχειρήσεων τους, ενώ οι επιτήδειοι απολαμβάνουν ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας. Μάλιστα, η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού όπου συντελείται η παρανομία ή ο εισαγγελέας μπορούν να παρέμβουν μόνο με επώνυμη καταγγελία. Ακόμη όμως και έτσι, ο νόμος δεν βοηθά για να τιμωρηθεί ο παραβάτης αφού και επ΄αυτοφώρω να συλληφθεί να κάνει μάθημα, οι γονείς των μαθητών ισχυρίζονται στο δικαστήριο ότι διδάσκει τα παιδιά τους αφιλοκερδώς. Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα ο καταγγέλλων μπορεί να βρεθεί στη θέση του κατηγορουμένου για συκοφαντική δυσφήμιση, ειδικά αν είναι ιδιοκτήτης Φροντιστηρίου ή Κ.Ξ.Γ.
Αυτό έχει οδηγήσει σε πλήρη ασυδοσία με αποτέλεσμα οι παρανομούντες να έχουν στις προσόψεις των χώρων τους φωτεινές πινακίδες και να διαφημίζονται στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, προβάλλοντας μάλιστα και τις επιτυχίες των μαθητών τους στις εξετάσεις.
Για αυτούς τους λόγους, ζητούμε στήριξη της ΟΕΒΕΕ- όπως έδρασε και σε περιπτώσεις άλλων επαγγελματιών- για την τροποποίηση ή συμπλήρωση της νομοθεσίας με σκοπό να μειωθεί στο ελάχιστο η παρανομία .