ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ Α.ΝΙΚΟΠΟΛΙΔΗ ΣΤΟ ONEMAN
Ένας ψηλός, ευθυτενής άντρας μπαίνει στην καφετέρια κοντά στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Τα κεφάλια των ανθρώπων γυρνούν για να τον συναντήσουν. Εκείνος έρχεται κατευθείαν προς το μέρος μου, κατεβάζει λίγο τη μάσκα, δίνει τη γροθιά του για χειραψία, και αφήνει το κινητό στο τραπέζι. «Συγγνώμη που άργησα, είχε γίνει ένα ατύχημα στην εθνική». Είναι ο ίδιος άνθρωπος που κατέβασε τα ρολά στο Euro του 2004. Η εικόνα του μετά το τέλος του αγώνα με την Πορτογαλία έχει χαραχτεί στο μυαλό μου: είναι πεσμένος στο χορτάρι, κοιτάει τον ορίζοντα και χαμογελάει.
Είναι φανερό πως στον Αντώνη Νικοπολίδη δεν αρέσει να αργεί στα ραντεβού του. Παραμένει ο πάντα προσγειωμένος και μετρημένος στις κουβέντες του αθλητής που γνωρίσαμε μέσα από μία μεγάλη -τόσο σε διάρκεια όσο και σε τίτλους- καριέρα. Είναι πολύ σημαντικό για εκείνον να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις τους, απέναντι στη δουλειά του, απέναντι στην οικογένειά του, απέναντι σε όλους τελικά. Συνέπεια θα πει αίσθημα ασφάλειας.
«Δε χρειάζεται να επιβάλλεις την πειθαρχία, πρέπει να καταλάβει ένα παιδί από μόνο του την αξία της αυτοπειθαρχίας, ότι αποτελεί το μέρος μίας ομάδας» λέει ο 50χρονος πρώην τερματοφύλακας που είναι σήμερα υπεύθυνος των Ακαδημιών του Ολυμπιακού και προπονητής της Κ-19. Εκείνο που τον ενδιαφέρει πραγματικά είναι το πώς λειτουργεί ένας νεαρός αθλητής μέσα σε ένα σύνολο.
«Ναι, το περιμένω το φετινό Euro πώς και πώς» μου λέει χαμογελώντας. Αυτές είναι μερικές ερωτήσεις και απαντήσεις σε ρυθμό προθέρμανσης πριν το κυρίως πιάτο της κουβέντας. Ή αλλιώς την ιστορία για το πώς ένα παιδί ποντιακής καταγωγής από ένα χωριό έξω από την Άρτα έφτασε να κατακτήσει 24 τίτλους στο ελληνικό ποδόσφαιρο και να σκαρφαλώσει μέχρι την κορυφή της Ευρώπης.
Κεφ.1: Η ζωή στο χωριό
Θυμάμαι τον εαυτό μου όταν ήμουν μικρός πάντα με μία μπάλα στα χέρια. Το σπίτι μου είναι ακριβώς δίπλα στο γήπεδο του χωριού. Στο παραμικρό ήχο, όποια παρέα και αν ήταν, έτρεχα για να παίξω μαζί τους.
Δεν έπαιζα μόνο ποδόσφαιρο. Παίζαμε και μπάσκετ (το οποίο ακόμα δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένο), τρέχαμε, γενικά κάναμε ό,τι άθλημα μπορούσαμε. Το ποδόσφαιρο όμως το αγαπούσαμε.
Έτσι ήταν η ζωή στο χωριό: μπάλα και παιχνίδι.
Έζησα μία φτωχή παιδική ζωή χωρίς όμως να μου λείψει τίποτα. Ήταν υπέροχα, φανταστικά. Είχαμε απόλυτη ελευθερία μετά στο σχολείο. Ζούσαμε μέσα στη φύση, δίπλα στη λιμνοθάλασσα, ανακαλύπταμε κάτι καινούργιο κάθε μέρα. Πολύ ωραία χρόνια.
Ο καθημερινός μόχθος των γονιών μου ήταν για μένα ένα δίδαγμα ζωής. Τα παιδιά λειτουργούν μέσα από τα παράδειγμα. Όταν βλέπεις τον πατέρα και τη μητέρα σου να δουλεύουν 20 ώρες την ημέρα για να βγάλουν τα προς το ζην, καταλαβαίνεις ότι αυτή είναι η πραγματική ζωή. Είχα, λοιπόν, το παράδειγμα μπροστά στα μάτια μου. Ήξερα ότι αν θέλω να πετύχω θα πρέπει να το κάνω με πολλή δουλειά, σεβασμό και καθημερινή, επίπονη εργασία.
Οι γονείς μου ήταν αγρότες. Εγώ είμαι το μεσαίο παιδί, έχω δύο αδερφές. Από τα 12 μου και μετά, επειδή ήμουν ανεπτυγμένος, βοηθούσα σε όλες τις δουλειές – τόσο στο χωράφι όσο και στο σπίτι. Βέβαια, όχι μόνο εγώ, όλα τα παιδιά του χωριού έτσι ζούσαμε.
Τα πράγματα σήμερα είναι διαφορετικά. Δε σημαίνει ότι τότε ήταν καλύτερα και τώρα χειρότερα. Απλά, πιστεύω ότι εκείνη η εποχή δημιουργούσε πιο δυνατούς ανθρώπους.
Έπρεπε να φύγεις από το χωριό για να δεις πως ήταν ο έξω κόσμος.
Δεν ήμουν ποτέ ατίθασος. Ήμουν, και συνεχίζω να είμαι ένας πειθαρχημένος άνθρωπος. Έτσι ήταν η οικογένειά μου, έτσι είμαι και εγώ.
Κεφ.2: Τα πρώτα επαγγελματικά βήματα
Από τα 16 μου ζούσα μόνος μου στην Άρτα. Ξαφνικά με πήραν ένα τηλέφωνο ενώ ήμουν διακοπές και μου είπαν ότι υπογράφω στον Παναθηναϊκό. Τρελάθηκα από τη χαρά μου. Έφυγα, εξαφανίστηκα, υπέγραψα, ξεκίνησα την καριέρα μου – και δεν κοίταξα πίσω.
Στα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα, στην Αναγέννηση Άρτας, τα πράγματα έγιναν πιο σοβαρά. Υπήρχαν πια υποχρεώσεις: καθημερινή προπόνηση, αγώνες, απαιτήσεις. Όταν αλλάζει, βέβαια, κάτι πρέπει να βάζεις νέους στόχους για να κάνεις το καλύτερο.
Δέος; Φόβο; Φιλοδοξία ότι θα γίνω καλύτερος από τον Νίκο Σαργκάνη και τον Józef Wandzik; Ναι, τα ένιωθα όλα αυτά μαζί, ταυτόχρονα. Στην αρχή πρέπει να πω ότι κόμπλαρα λίγο.
Προσπάθησα να προσαρμοστώ στις νέες συνθήκες. Άλλος ο τρόπος δουλειάς στην Αναγέννηση Άρτας, άλλος τρόπος δουλειάς στον Παναθηναϊκό. Δεν είχε καμία σχέση ούτε ο επαγγελματισμός, ούτε βέβαια η ποιότητα των παικτών. Χρειαζόμουν πολύ χρόνο προσαρμογής, ενώ παράλληλα έπρεπε να αποδείξω πως ανήκω δίκαια στο σύνολο. Πέρασαν τουλάχιστον 12 μήνες.
Γενικά, η υπομονή με χαρακτηρίζει σαν άνθρωπο. Μπορώ να υπομένω, να περιμένω, αλλά πάντα δημιουργικά.
Το πιο σημαντικό είναι καθώς περιμένεις (και υπομένεις) να ετοιμάζεσαι για τη μεγάλη σου ευκαιρία. Να είσαι τόσο έτοιμος όταν εμφανιστεί μπροστά σου ώστε να την πιάσεις και να μην την αφήσεις να φύγει ποτέ από τα χέρια σου. Αυτό είναι ένα motto που πάντα είχα στη ζωή μου: να είσαι έτοιμος για τη μεγάλη ευκαιρία. Είναι κάτι που λέω τόσο στους νεαρούς παίκτες που προπονώ όσο και στα δικά μου παιδιά.
Κεφ.3: Η θέση του τερματοφύλακα
Ένας τερματοφύλακας χρειάζεται πρώτα και πάνω από όλα να παρέχει ασφάλεια. Θα πρέπει αυτός που σε βλέπει να νιώθει ασφαλής – όχι μόνο οι συμπαίκτες σου, αλλά και ο προπονητής, και οι φίλαθλοι, και γενικά όλοι. Μπορεί να μην είσαι ο καλύτερος τερματοφύλακας του κόσμου, η παρουσία σου όμως είναι σημαντικό να τους κάνει να νιώθουν ασφαλείς. Να είναι σίγουροι ότι δε θα κάνεις το μεγάλο λάθος, να κάνεις τα πάντα για να παραμένουν ήρεμοι. Ακόμα και αν δεχθείς ένα γκολ όπου έφταιγες, το ζητούμενο είναι εκείνοι να αισθάνονται πάντα ασφάλεια μαζί σου.
Οι αλλαγές που έγιναν τη δεκαετία του ‘90 στο πώς λειτουργεί ένας τερματοφύλακας με βοήθησαν πάρα πολύ. Παλιότερα, άφηναν την μπάλα κάτω, την ξαναέπιαναν, την άφηναν ξανά. Το ότι έπρεπε να παίξεις με τα πόδια, το ότι μπήκαν άμυνες ζώνης και, γενικά, το ότι άλλαξε το ποδόσφαιρο ήταν κάτι που με ευνόησε στην πορεία μου. Είμαι ένας ποδοσφαιριστής που μέχρι τα 15 μου έπαιζα μέσα. Είχα πολύ καλή επαφή με την μπάλα.
Όταν οι ομάδες άρχισαν να ζητούν τερματοφύλακες που είχαν την ικανότητα να παίζουν με την μπάλα στα πόδια, έγινα ακόμα πιο απαραίτητος. Ήταν η εποχή που το ποδόσφαιρο ξεκίνησε να χτίζετε γύρω από τον τερματοφύλακα, να υπάρχει δηλαδή αυτό που λέμε build-up.
Τα γάντια μου δεν τα ακουμπούσε κανείς ποτέ. Τα έπλενα, τα στέγνωνα, τα αέριζα, τα φρόντιζα. Ήταν μία κανονική ιεροτελεστία για μένα. Αντίστοιχα, ακόμα και σήμερα, όταν μπαίνω σε ένα γήπεδο πάντα πατάω με το δεξί.
Άλλαξα τελείως το στυλ μου γιατί το επέβαλαν οι καταστάσεις. Προσαρμόστηκα πολύ γρήγορα στις νέες απαιτήσεις που είχε ο Ολυμπιακός σε σχέση με τον Παναθηναϊκό. Ήταν ένα κομμάτι που το γνώριζα καλά, που το κατείχα, και ήθελα να το αναπτύξω ακόμα περισσότερο.
Τις καλύτερες χρονιές μου τις έκανα την περίοδο 2005-2009 στον Ολυμπιακό. Φυσικά, και οι καταπληκτικές πορείες στην Ευρώπη με τον Παναθηναϊκό (2000-2001) ήταν πολύ σημαντικές. Τελικά, αν έπρεπε να ξεχωρίσω μία περίοδο αυτή θα ήταν το 2008 όταν ήρθε στον Ολυμπιακό ο Ernesto Valverde. Προερχόμουν από ένα δύσκολο εξάμηνο, από πολύ κακές εμφανίσεις με την Εθνική, οι δημοσιογράφοι και ο κόσμος είχαν αρχίσει να λένε ότι ήρθε η ώρα να αποσυρθώ. Τότε υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα κάνω τα καλύτερα χρόνια στην καριέρα μου. Πραγματικά, οι επόμενες δύο σεζόν ήταν και οι καλύτερες. Ήμουν ώριμος και αποφασισμένος.
Δε θα μπορούσα ποτέ να είμαι σε ένα γήπεδο και να σέρνομαι ή να παίζω μόνο με το όνομά μου. Όταν αποφάσισα ότι πλέον δεν μπορώ να προσφέρω, τότε αποχώρησα.
Κεφ. 4: Επιτυχίες, αποτυχίες, στιγμές
Το πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό το 2004-2005 είναι η δικιά μου κορυφαία στιγμή. Ήταν για μένα μία χρονιά αποδείξεων – προς τον εαυτό μου, προς την ομάδα που με εμπιστεύτηκε, αλλά και προς την ομάδα που επέλεξε να με αποδεσμεύσει. Δεν ήμουν ξοφλημένος στα 33 μου χρόνια. Μπορούσα να προσφέρω ακόμα περισσότερα από όσα είχα ήδη δώσει.
Δεν μπορώ να αφήσω έξω από τις μεγάλες στιγμές του EURO του 2004 προφανώς. Βέβαια, πολύ σημαντική ήταν και η πρώτη μου χρονιά στον Παναθηναϊκό όταν πήρα τον πρώτο μου τίτλο στα 19 μου χρόνια παίζοντας στα τελευταία έξι παιχνίδια.
Στο ποδόσφαιρο οι δύσκολες στιγμές είναι πολύ περισσότερες από τις εύκολες. Ιδιαίτερα, μάλιστα, οι δύσκολες αποφάσεις.
Έπρεπε κάποια στιγμή να πάρω μία δύσκολη απόφαση στη ζωή μου: ή πρέπει να φύγω ή πρέπει να μείνω. Όλο αυτό που έχουν περιγράψει ως «υπομονή» στα πρώτα μου χρόνια στον Παναθηναϊκό, δε σημαίνει ότι μέσα μου δε με έτρωγε. Μήπως κάνω λάθος που παραμένω; Μήπως πρέπει να ζητήσω μεταγραφή; Τελικά, αποφάσισα να μείνω.
Μετά από 15 χρόνια στον Παναθηναϊκό, ένιωσα ότι η ομάδα με εγκατέλειπε. Δεν ήταν εύκολο για μένα να πάω σε μία ομάδα σαν τον Ολυμπιακό με την οποία ήμουν επί τόσο καιρό αντίπαλος. Δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω.
Στα 40 μου και παρότι ήμουν μεγάλος ηλικιακά πια για το ποδόσφαιρο, η καρδιά μου μού έλεγε να συνεχίσω. Μου άρεσε η ζωή του ποδοσφαιριστή: η προπόνηση, οι αγώνες, η αγωνία για τη νίκη. Έπρεπε όμως να κάνω κάποιες παραδοχές προς τον εαυτό μου.
Ένα γκολ ή μία απόκρουση είναι μες στο παιχνίδι. Οι πραγματικά δύσκολες στιγμές είναι οι κομβικές αποφάσεις που καλείσαι να πάρεις.
Δε φοβόμουν παίκτες, φοβόμουν ομάδες, έδρες. Την τρομακτική Ρεάλ των Galacticos, τη Γιουνάιτεντ στο Μάντσεστερ, τη Λίβερπουλ μες στο Άνφιλντ, και γενικά τα ταξίδια στο «Νησί» – μου ήταν πάντα δύσκολο να προσαρμοστώ στις εκεί συνθήκες, στο περιβάλλον, στον τρόπο παιχνιδιού των Άγγλων.
Η νίκη και η ήττα κρατάει ένα βράδυ.
Κεφ.5: Euro 2004
(12/06/2004 | Πορτογαλλία-Ελλάδα: 1-2) Μία ιδιαίτερη μέρα, ήταν το πρώτο μεγάλο τουρνουά για όλους μας, κανείς δεν γνώριζε τι θα συναντήσει. Ένα δύσκολο αλλά επιτυχημένο ντεμπούτο.
(16/06/2004 | Ελλάδα-Ισπανία: 1-1) Η μεγαλύτερη δυσκολία. Το πιο κουραστικό ματς.
(20/06/2004 | Ρωσία-Ελλάδα: 2-1) Το πιο αγχώδες παιχνίδι σε συνδυασμό με την τεράστια κούραση από την Ισπανία. Είχαμε φτάσει πολύ κοντά στην πηγή και θέλαμε να πιούμε νερό.
(25/06/2004 | Γαλλία-Ελλάδα: 0-1) Απελευθέρωση. Ένα ματς που το αντιμετωπίσαμε χωρίς καθόλου άγχος. Ήμασταν ήδη επιτυχημένοι. Θέλαμε απλά το κάτι παραπάνω.
(01/07/2004 | Ελλάδα-Τσεχία: 1-0) Πίστευα ότι δε θα δεχθούμε γκολ αλλά δυσκολευόμουν να πιστέψω πώς θα τους βάλουμε εμείς. Ήταν μία ομάδα που είχε να δεχθεί γκολ τέσσερα χρόνια από στατική φάση. Τελικά, τα καταφέραμε. Σίγουρα μας βοήθησε και ο τραυματισμός του Pavel Nedved.
(04/07/2004 | Πορτογαλλία-Ελλάδα: 0-1) Το πιο εύκολο παιχνίδι. Ήμασταν όλοι σίγουροι πως θα το κερδίσουμε.
Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, καταλαβαίνω τη διαφορά ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη θέση. Είναι τρομακτική. Εκείνη τη στιγμή δεν αντιλαμβανόμασταν τι ακριβώς είχαμε πετύχει. Η κατάκτηση όμως σηματοδοτεί μία τρομερή στιγμή, κάτι που θα μείνει για πάντα χαραγμένο στον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Αντί επιλόγου
Μιλάω και καταλαβαίνω αρκετά καλά Ποντιακά. Είμαι Πόντιος στην καταγωγή, οι γονείς μου γεννήθηκαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση και ήρθαν τη δεκαετία του ‘50 στην Ελλάδα. Δυστυχώς, δε χορεύω ποντιακούς χορούς. Όταν οι άλλοι τους μάθαιναν, εγώ έπαιζα μπάλα.
Στη Βίγλα, στο χωριό μου, μεγάλωσα δίπλα σε Πόντιους και Ηπειρώτες. Έζησα, δηλαδή, και μέσα στην ηπειρώτικη κουλτούρα και αγαπάω πάρα πολύ αυτόν τον τόπο. Μου αρέσει η λεβεντιά που έχουν οι άνθρωποι, ιδιαίτερα στα ορεινά χωριά. Έχω πάει σε ό,τι πανηγύρι υπάρχει στον Νομό.
Ο πρωταθλητισμός και η οικογενειακή ζωή δεν είναι ο ιδανικότερος συνδυασμός. Εγώ είχα την τύχη να παντρευτώ μία γυναίκα που ήταν επαγγελματίας μπασκετμπολίστρια και καταλάβαινε τις απαιτήσεις.
Η ζωή μου ήταν πάντα μία ήρεμη ζωή. Σέβομαι το επάγγελμά μου. Είναι μία δουλειά όπου το σώμα και το πνεύμα πρέπει να ξεκουράζονται. Αυτό θέλω να περάσω και στους νεαρούς ποδοσφαιριστές που προπονώ. Στο είπα και στην αρχή της κουβέντας: τα παιδιά μαθαίνουν με το παράδειγμα.
Γενικά, δε μου αρέσουν υπερβολές. Σε τίποτα. Ούτε στους χαρακτηρισμούς. Τη μία μέρα «ήρωες» και την άλλη «αποδιοπομπαίοι τράγοι»; Ε, δε γίνεται αυτό.
Μετά το Euro έκανα μία εβδομάδα διακοπές με την οικογένειά μου. Στη συνέχεια, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς μου ζήτησε να είμαι παρών στην προετοιμασία. Τις πρώτες μέρες δε θα χρειαζόταν να κάνω τίποτα -έτσι μου είχε πει- απλά θα ξεκουραζόμουν. Τελικά, είχα τέτοια αγωνία να ξαναμπώ σε φόρμα, ώστε με το που πήγα ξεκίνησα τις προπονήσεις.
Σε μικρή ηλικία καλό είναι να κάνεις τις υπερβολές σου. Απλά, θα πρέπει γρήγορα να ξεκαβαλήσεις το καλάμι και να επιστρέψεις στους στόχους σου. Δεν βγαίνει η ζωή αλλιώς.
Σημασία δεν έχει αν βγάζεις πολλά ή λίγα λεφτά. Σημασία έχει το μήνυμα που περνάς. Αν βλέπεις τους γονείς σου να δουλεύουν μέρα-νύχτα για να βγάλουν έστω τα προς το ζην, εσύ δεν μπορείς να λειτουργήσεις αλλιώς. Αύριο, μεθαύριο θέλω και τα δικά μου παιδιά να λειτουργήσουν με τον ίδιο τρόπο.
Θυμάμαι όταν έκανα το πρώτο μου συμβόλαιο με πήρε τηλέφωνο ο πατέρας μου και μου είπε ότι το τρακτέρ έπαθε μία μεγάλη ζημιά. Μου ζήτησε επειγόντως λεφτά. Πήγα την άλλη μέρα το πρωί, τα πήρα και του τα έδωσα. Αυτή για μένα ήταν η μεγαλύτερη ικανοποίηση.