Την ανησυχία του για την πορεία που καταγράφει η επιδημία της ιλαράς στην Ελλάδα εξέφρασε ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ, Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ, σημειώνοντας ακόμη πως «η επιδημία δεν φαίνεται να σταματάει καθώς υπάρχουν θύλακες του πληθυσμού με ανεπαρκή εμβολιαστική κάλυψη».
Ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ τονίζει πως είναι σημαντική η εφαρμογή εμβολιασμού σε άτομα που ζουν ή εργάζονται σε κλειστές κοινότητες και εκφράζει την ελπίδα πως «η κινητοποίηση και οι εμβολιασμοί σε όλη τη χώρα θα συντελέσουν καταλυτικά στον έλεγχο της επιδημίας, ώστε να μην τεθεί θέμα εφαρμογής υποχρεωτικού εμβολιασμού».
Όπως επισημαίνει, κακώς ο πληθυσμός πιστεύει ότι η ιλαρά είναι μία παιδική ασθένεια, καθώς «οι ενήλικες νοσούν μεν πιο σπάνια από ιλαρά, αλλά σοβαρότερα από τα παιδιά», τονίζοντας πως «περίπου το 30% των περιπτώσεων ιλαράς θα παρουσιάσουν μια ή περισσότερες επιπλοκές, που είναι συχνότερες σε παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών και σε ενήλικες άνω των 20 ετών»
Εξηγεί ακόμη σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως μερικές φορές, οι επιπλοκές αυτές μπορεί να προκαλέσουν ακόμα και τον θάνατο, αναφέροντας ότι από την αρχή της επιδημίας μέχρι σήμερα έχουν σημειωθεί τρεις θάνατοι σε ανεμβολίαστα ή ατελώς εμβολιασμένα άτομα με το εμβόλιο της ιλαράς.
Το γεγονός ότι οι θάνατοι αφορούσαν άτομα ανεμβολίαστα ή ατελώς εμβολιασμένα, σύμφωνα με τον κ. Ρόζενμπεργκ «υπογραμμίζει την ανάγκη της χορήγησης 2 δόσεων εμβολίου έναντι της ιλαράς».
«Η πλειονότητα των κρουσμάτων ιλαράς του γενικού πληθυσμού ελληνικής υπηκοότητας ήταν ενήλικες άνω των 25 ετών» , σχολιάζει με αφορμή και το τελευταίο θανατηφόρο κρούσμα της νόσου που αφορούσε μια 35χρονη γυναίκα που είχε εμβολιαστεί μεν αλλά μόνο με μία δόση. Εκτιμά τέλος ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ολοκλήρωση του εμβολιασμού στους εργαζόμενους στο χώρο της Υγείας για να προστατευθούν οι ίδιοι και οι ασθενείς τους.