Μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2020 αναμένεται να καταβληθούν τα αναδρομικά και οι αυξημένες κατά 40% συντάξεις των επικουρικών συντάξεων χηρείας.
Ειδικότερα, η καθυστέρηση έγκειται στο ότι δεν υπάρχει το απαιτούμενο λογισμικό, όπως μας ανέφερε στέλεχος του υπουργείου Εργασίας, σημειώνοντας ότι πρώτα θα επανυπολογιστούν οι συντάξεις του Δημοσίου και στην συνέχεια οι συντάξεις του ιδιωτικού τομέα.
Στόχος του υπουργείου Εργασίας είναι να ολοκληρωθεί η διαδικασία μέσα στο πρώτο τρίμηνο συνολικά για όλους. Η αλλαγή του δικαιούμενου ποσοστού από το 50% στο 70% εκτιμάται πως αγγίζει τουλάχιστον 26.000 δικαιούχους επικουρικής χηρείας από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα.
Ειδικότερα σύμφωνα με εγκύκλιο που έστειλε το ΕΤΕΑΕΠ στις αρμόδιες υπηρεσίες του, οι επικουρικές συντάξεις χηρείας που χορηγήθηκαν λόγω θανάτου ασφαλισμένων μετά τις 13/5/2015 αυξάνονται στο 70% της σύνταξης του θανόντος, από 50% που είναι σήμερα. Η αύξηση ισχύει αναδρομικά από τις 17 Μαΐου του 2019 έτσι εφόσον τα αναδρομικά δοθούν με τις συντάξεις Φεβρουαρίου θα είναι αναδρομικά 9 μηνών.
Οι αυξήσεις στις συντάξεις θα ξεπεράσει το 40% και αφορά συνολικά 26.000 επικουρικές συντάξεις χηρείας. Οι αυξήσεις αφορούν συντάξεις χηρείας Δημοσίου (πρ. ΤΕΑΔΥ) και άλλων μικρών πρώην Ταμείων όπως του ΤΕΑΥΝΤΠ (ναυτιλιακοί και τουριστικοί πράκτορες) των Ναυτικών (ΚΕΑΝ) κ.α. αλλά και συντάξεις χηρείας του πρ. ΙΚΑ – ΤΕΑΜ.
Να σημειωθεί ότι για τους δύο μεγαλύτερους φορείς του Δημοσίου και του ΙΚΑ δυο μεγαλύτεροι φορείς του ΕΤΕΑΕΠ, δεν χρειάζεται να αναπροσαρμοστούν όλες οι συντάξεις αλλά μόνο όσες αφορούν θανάτους μετά την 12η Μαίου του 2016, καθώς από τότε και εφεξής ισχύει το νέο καθεστώς.
Συγκεκριμένα καταργήθηκε το ηλικιακό όριο των 55 ετών που θα έπρεπε να έχουν οι χήρες μετά την πρώτη τριετία της σύνταξης χηρείας και πλέον η επικουρική σύνταξη λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου καταβάλλεται στους δικαιούχους ανεξάρτητα από την ηλικία τους και διακόπτεται μόνον με το θάνατο του δικαιούχου, ή με τη σύναψη γάμου του, ή συμφώνου συμβίωσης.
Επίσης:
– Μετά τη λήξη της πρώτης τριετίας από το θάνατο η σύνταξη στον επιζώντα σύζυγο/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης διαζευγμένο χορηγείται μειωμένη κατά 50 εφόσον εργάζεται ή συνταξιοδοτείται.
– Εάν εργάζεται με μειωμένη απασχόληση λιγότερες από 25 ημέρες εργασίας το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που δικαιούται ο επιζών θα πρέπει να μειώνεται κατά 50 μόνο για τις συγκεκριμένες ημέρες που εργάζεται αυταπασχολείται.
– Στην περίπτωση που ο θανών καταλείπει τέκνα και η σύνταξη του επιζώντος συζύγου καταβάλλεται μειωμένη λόγω εργασίας, ή συνταξιοδότησης τότε το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται ισόποσα στα τέκνα.
Σε όσα πρώην Ταμεία – κυρίως του ιδιωτικού τομέα ή του ευρύτερου Δημόσιου τομέα που έχουν πλέον ενταχθεί στο ΕΤΕΑΕΠ – ορίζονται συγκεκριμένα ποσοστά σύνταξης δικαιοδόχων μελών στις επιμέρους καταστατικές τους διατάξεις ακολουθούνται αυτά τα ποσοστά. Για τις εν λόγω συντάξεις δεν χρειάζεται να γίνει αναπροσαρμογή, καθώς από το 2016 και μέχρι σήμερα ακολουθούν τον υπολογισμό που ίσχυε από παλιά και ορίζονταν στο καταστατικό τους.