«Οι γυναίκες που εργάζονται ως καθαρίστριες, αλλά και όσες χρησιμοποιούν συχνά σπρέι καθαρισμού και λοιπά χημικά προϊόντα στο σπίτι τους εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση στη λειτουργία των πνευμόνων τους».
Η αναφορά έγινε από την περιβαλλοντική οργάνωση Ecocity, που επικαλείται δημοσίευση της Αμερικανικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (στο περιοδικό «American Journal of Respiratory and Clinical Care Medicine»). Οπως έγινε γνωστό, οι νορβηγοί ερευνητές που έκαναν τη σχετική δημοσίευση ανέλυσαν στοιχεία σε 6.235 άτομα με μέση ηλικία 34 ετών για περισσότερα από 20 χρόνια. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν είναι ότι η μειωμένη λειτουργία των πνευμόνων – που σχετίζεται με τα προϊόντα καθαρισμού – κάνει μια καθαρίστρια να έχει πνεύμονες σαν να κάπνιζε επί 20 χρόνια!
ΧΗΜΙΚΗ ΡΥΠΑΝΣΗ. «Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει τόσο ο επιστημονικός κόσμος όσο και το ευρύ κοινό να ευαισθητοποιούνται σε θέματα χημικής ρύπανσης και επιβάρυνσης της υγείας από τη συνεχή και επαναλαμβανόμενη έκθεση σε χημικές ουσίες», επισημαίνει στα «ΝΕΑ» η υπεύθυνη σχέσεων ευρωπαϊκών δικτύων του Ecocity, χημικός Ερη Μπιζάνη. «Μέχρι πρότινος, κανείς δεν σκέφτονταν πως το αντικολλητικό τηγάνι στο οποίο μαγειρεύει ή το κουτί της πίτσας που έρχεται στο σπίτι του μπορεί να εισάγουν στο φαγητό του βλαβερές ουσίες».
Μέχρι σήμερα οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η μακροχρόνια έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων – που προέρχονται κατά κύριο λόγο από πηγές καύσης αλλά και την κίνηση παλιών ντιζελοκίνητων οχημάτων – ευθύνεται για την εμφάνιση καρκίνου των πνευμόνων και για καρδιολογικά προβλήματα.
Τα πιο επικίνδυνα.Το νέο στοιχείο που έρχεται να προστεθεί στις ανησυχίες των επιστημόνων είναι ότι τα αιωρούμενα σωματίδια που προκαλούνται από χημικά είναι και τα πιο επικίνδυνα. Οπως επισημαίνεται από το Ecocity, τα φυτοφάρμακα, οι κόλλες, τα μελάνια των εκτυπωτών, τα σπρέι, τα αρώματα και πολλά άλλα χημικά της καθημερινής μας ζωής που περιέχουν ουσίες παράγωγες του πετρελαίου ανταγωνίζονται πλέον τις εξατμίσεις των οχημάτων στη ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Ερευνητές, με επικεφαλής τον χημικό Μπράιαν ΜακΝτόναλντ της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) των ΗΠΑ, υπολόγισαν ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν περισσότερα καύσιμα απ’ ό,τι χημικές ουσίες παράγωγες του πετρελαίου. Ωστόσο, όπως προκύπτει, τα πετροχημικά προϊόντα συμβάλλουν στη ρύπανση του αέρα εξίσου με τις μεταφορές. Τα μικροσκοπικά σωματίδια που διεισδύουν στους πνεύμονες προξενούν βλάβες. Ειδικά τα σωματίδια από τα χημικά προϊόντα μπορεί να είναι ακόμη και διπλάσια σε σχέση με εκείνα από τα αυτοκίνητα.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα των οργανικών πτητικών ουσιών (VOCs) από καταναλωτικά και βιομηχανικά προϊόντα αντιδρούν με άλλες χημικές ουσίες και τελικά παράγουν τόσο το επιβλαβές όζον όσο και τα επικίνδυνα μικροσωματίδια (PM 2,5) που αυξάνουν τον κίνδυνο παθήσεων.
«Είναι εντυπωσιακό και σημαντικό το γεγονός πως, παρά το πολύ μεγαλύτερο ποσοστό της κατανάλωσης καυσίμων σε σχέση με τα πετροχημικά προϊόντα, τα τελευταία συμβάλλουν εξίσου αν όχι και περισσότερο στην απελευθέρωση των ανεπιθύμητων σωματιδίων» συμπληρώνει η Ερη Μπιζάνη.
11.000 ΘΑΝΑΤΟΙ ΕΤΗΣΙΩΣ. Στην Ευρώπη με βάση στοιχεία του 2015 έχουμε ετησίως 11.100 θανάτους εξαιτίας της έκθεσης του πληθυσμού στα αιωρούμενα σωματίδια. Μάλιστα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Βιοστατικής και Επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κλέα Κατσουγιάννη, με δεδομένα από 17 περιοχές της Ευρώπης (δημοσιεύτηκε το 2013 στο επιστημονικό περιοδικό «Lancet Oncology»), προέκυψε ότι ο κίνδυνος να πάθει κάποιος καρκίνο του πνεύμονα αυξάνει κατά 22% αν ζει σε μια περιοχή με συγκέντρωση αιωρούμενων σωματιδίων μεγαλύτερη κατά 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στην Αττική (έρευνα Αστεροσκοπείου και Δημοκρίτου, 2003- 2014) οι εκπομπές των αιωρούμενων σωματιδίων πριν από την κρίση, το 2007, προέρχονταν κατά 47% από σταθερές πηγές καύσης και το 2011 ξεπέρασαν το 54% εξαιτίας της καύσης βιομάζας για θέρμανση.