ΧΩΡΙΣ ΑΥΤΕΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΣΥΝΕΝΝΟΗΘΟΥΜΕ.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΧΗΜΕΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΟΥ ΔΙΟΣ ΕΙΛΙΘΥΙΑΙ ΗΣΑΝ ΔΥΟ, ΚΑΙ ΒΟΗΘΟΥΣΑΝ ΤΙΣ ΕΠΙΤΟΚΕΣ, ΟΠΩΣ ΔΥΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΥ ΒΟΗΘΟΥΝ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟ.
Καταρράκτες λέξεων δημιουργοῦν οἱ προθέσεις τῆς ἐλληνικῆς γλώσσας, πού εἶναι συνολικά 18, ἢτοι 12 δισύλλαβες καί 6 μονοσύλλαβες. Ἒχουν τέτοια δυναμική στήν δημιουργία λέξεων μέ διαφορετική ἒννοια, ὣστε χωρίς αὐτές θά ἒπασχε σοβαρότατα ὁ ἑλληνικός λόγος. Μπαίνουν μπροστά σέ ρήματα, οὐσιαστικά καί ἐπίθετα σάν πρῶτο συνθετικό καί δημιουργοῦν ριπίδια νέων ἐννοιῶν, ἐνῶ παθαίνουν ὃλες τίς φθογγικές παθήσεις πού προβλέπουν οἱ γραμματολογικοί μας κανόνες.
Αὐτές λοιπόν οἱ προθέσεις, μερικές ἀπό τίς ὁποῖες δημιουργοῦν τίς πιό λαοφιλεῖς καί καθημερινές μας λέξεις, σχηματίζοντας ἀπό μόνες τους ὑπερθετικά (ὃπως ὑπέρ-ὑπέρτατος καί ὓπατος, καθώς ὁ Ὃμηρος χάριν τοῦ μέτρου κόβει μία συλλαβή), εἶναι οἱ δισύλλαβες ἀνά, κατά, διά, μετά, ἀμφί, ἀντί, ἐπί, περί, ἀπό, ὑπό ὑπέρ καί οἱ μονοσύλλαβες ἐκ (ἢ ἐξ), ἐν, εἰς, πρό, πρός, σύν.
Βρῆτε μιά ἂλλη γλῶσσα τοῦ κόσμου πού νά δίνει τέτοιο πλοῦτο λέξεων μέ δεύτερο συνθετικό ἓνα ρῆμα, ὃπως γιά παράδειγμα τό ρῆμα βαίνω, πού συνθέτει μέ ὃλες σχεδόν τίς προθέσεις διαφορετικά νοήματα ὃπως:
Ἀνα-βαίνω (ἢ ἀνεβαίνω), κατα-βαίνω (ἢ κατεβαίνω), δια-βαίνω, μετα-βαίνω, παρα-βαίνω, ἀντι-βαίνω, ἐπιβαίνω, περι-βαίνω, ἀπο-βαίνω, ὑπερ-βαίνω, ἐκ-βαίνω, ἐμ-βαίνω (μπαίνω, στήν καθομιλουμένη), εἰσ-βαίνω, προ-βαίνω, προσ-βαίνω, συμ-βαίνω. Δῆτε πόσες διαφορετικές ἒννοιες ἐκφράζουν.
Ἢ τό ρῆμα βάλλω: Ἀνα-βάλλω, κατα-βάλλω, δια-βάλλω, μετα-βάλλω, παρα-βάλλω, ἀμφι-βάλλω, ἐπι-βάλλω, περι-βάλλω, ἀπο-βάλλω, ὑπερ-βάλλω, ὑπο-βάλλω, ἐκ-βάλλω, εἰσ-βάλλω, προ-βάλλω, προσ-βάλλω, συμ-βάλλω.
Τώρα βέβαια οἱ σύγχρονοι γλωσσολόγοι, ὀπαδοί ἀκούσιοι ἢ ἐκούσιοι τῆς γλωσσικῆς μας νεοπλασίας πού λέγεται μονοτονικό, ἀς ἀναλάβουν νά ἐξηγήσουν πῶς καί γιατί τό ν γίνεται μ (συμβάλλω καί ὂχι συνβάλλω, ἐμβάλλω καί ὂχι ἐνβάλλω κλπ.), ἀλλά ἐπειδή γνωρίζουν ὃτι θά πέσουν στόν ἂλλο μέγιστο κανόνα τῆς Γραμματικῆς πού λέγεται <<τροπές καί παθήματα συμφώνων>>, προτιμοῦν νά σιγοῦν…εὐσχήμως καί νά…<<προσκυνοῦν>> τηλεοπτικῶς τήν γλῶσσα. Γιατί θά ἒπρεπε νά μᾶς ἐξηγήσουν γιατί λέμε ἐφημερίδα καί ὂχι ἐπημερίδα, ἐφοπλιστής καί ὂχι ἐποπλιστής, ἀνθυπασπιστής, ἀνθυποπλοίαρχος, ἀνθυπαστυνόμος καί ὂχι ἀντυπασπιστής, ἀντυποπλοίαρχος, ἀντυπαστυνόμος κλπ.
Ἂντε τώρα νά τούς έξηγήσεις ὃτι οἱ προθέσεις συντάσσονται ἡ κάθε μία ἢ μικρή ὁμάδα αὐτῶν μέ συγκεκριμένες πτώσεις, ὃπως π.χ. ἡ ἀνά, ἡ ὁποία συντάσσεται μόνο μέ αἰτιατική: Ἀνά ὁμάδα, ἀνά τήν ὑφήλιο, ἀνά μονάδα κλπ.
Ἡ ἐν καί ἡ σύν συντάσσονται μόνο μέ τήν ἀρχαία δοτική, πού τόσο συχνά χρησιμοποιεῖ ὁ λαός μας σήμερα χωρίς τήν ἂδεια τῶν γλωσσολόγων, πού…βγάζουν σπυράκια ἀκόμη καί στό ἂκουσμά της: Ἐν πλῶ, ἐν τῶ μέσω, ἐν ἀναμονῆ, σύν Θεῶ κλπ.
Οἱ προθέσεις διά, κατά, μετά καί ὑπέρ συντάσσονται μόνο μέ γενική καί αἰτιατική: Διά νυκτός, κατά προσέγγιση, μετά μουσικῆς, ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος.
Οἱ προθέσεις ἐπί, παρά, περί, καί πρός συντάσσονται μέ γενική, αἰτιατική ἢ τήν ἀρχαία δοτική: Ἐπί ποδός πολέμου, παρά πόδα, περί ὀρέξεως οὐδείς λόγος, πρός γενική κατάπληξη.
Εἶναι τόση ἡ σύγχυση πού ἐπικρατεῖ στό γλωσσικό μέ τήν ὀλεθρία συμβολή τοῦ μονοτονικοῦ, ὣστε σήμερα βλέπουμε στίς ἐφημερίδες καί στούς τίτλους εἰδήδεων τῆς τηλεοράσεως ἡ πρόθεση ἐκ, ὃταν γίνετα ἐξ χάριν εὐφωνίας νά… ἐκθλίβεται. Ἡ πρόθεση ἐκ διατηρεῖται ὃταν ἡ ἑπομένη λέξη ἀρχίζει ἀπό σύμφωνο: Ἐκ Πατρῶν, ἐκ Πειραιῶς, ἐκ πραδρομῆς, ἐκ λάθους, ἐκ περιστάσεως κλπ. Ὃταν ὃμως ἡ ἑπομένη λέξη ἀρχίζει ἀπό φωνῆεν, ἡ πρόθεση γίνεται ἐξ: Ἐξ Ἀθηνῶν, ἐξ ἀφορμῆς, ἐξ ὑποθέσεως, κλπ. Ὃταν λοιπόν τά ΜΜΕ, ἒντυπα ἢ ἠλεκτρονικά, χρησιμοποιοῦν τήν πρόθεση ἐκ, τότε τήν…ἐκθλίβουν!
Εξ᾽ αφορμής, εξ᾽ υποκλοπής γράφουν στό μονοτονικό. Ἀλλά τί ἐκθλίβουν; Ἀνύπαρκτο γράμμα;
Καί μία ἀκόμη ἀνορθογραφία πού ἒχει πλέον γίνει ὁ κανόνας στά ΜΜΕ. Ἐνῶ ἒχει ἐπισήμως καταργηθεῖ ἡ τρίτη κλίση, λένε: Τόν έναν ἀντί τόν ένα. Ὁ εἷς, τοῦ ἑνός, τόν ἓνα,
Αὐτές οἱ 18 λεξοῦλες πού λέγονται προθέσεις δημιουργοῦν δεκάδες χιλιάδες λέξεις γιά νά ἐκφράσουν διαφορετικό νόημα. Πολλές φορές μπαίνουν δύο, τρεῖς καί τέσσερις ἀκόμη προθέσεις μπροστά ἀπό μία λέξη γιά νά ἐκφράσουν μέ ἀκρίβεια τό νόημα, ὃπως:
Κατα-νομή, δηλαδή διανομή.
Ἀνα-κατα-νομή δηλαδή ξαναμέτρημα καί μοίρασμα
Ἀνα-κατα-δια-νομή, δηλαδή τά ἀντικείμενα πού πρόκειται νά μοιρασθοῦν ἀναδιατάσσονται, τοποθετοῦνται κάτω καί μοιράζονται μεταξύ τῶν δικαιούχων (στήν κυριολεξία).
Ἀλλά ὑπάρχουν καί τέσσερις ἀκόμη προθέσεις πού μπαίνουν στήν ἀρχή τῆς λέξεως, ὃπως ἐπ-ανα-προσ-δι-ορισμός κ.ἂ.
Ἒτσι λοιπόν οἱ Ἓλληνες ἀσυναίσθητα διαλέγουμε τήν πρόθεση ἢ τίς προθέσεις πού χρειαζόμαστε κάθε φορα γιά νά ἐκφράσουμε μέ ἀκρίβεια τό νόημα πού ἐπιθυμοῦμε. Ἂλλο λαβή καί ἂλλο συλλαβή (ἐδῶ τό ν γίνεται λ), ἂλλο πτώση καί ἂλλο περίπτωση, ἂλλο δράση καί ἂλλο ἐπίδραση, ἂλλο ὁρίζω καί ἂλλο περιορίζω, προσδιορίζω, διορίζω, ἂλλο τιμῶ καί ἂλλο προτιμῶ, ἐκτιμῶ, ἂλλο ἀνατιμῶ καί ἂλλο διατιμῶ κλπ.
Τελικά, ὃταν ἀνοίξουμε τό λεξικό θά μείνουμε κατάπληκτοι γιά τόν ἐξαιρετικά μεγάλο ἀριθμό λέξεων πού ὑπάρχουν καί χρησιμοποιοῦνται ἀπό ὃλους τούς Ἓλληνες, γραμματισμένους καί ἡμιμαθεῖς ἢ καί ἀγράμματοι ἀκόμη. Ἡ ἀπό αἰώνων προσωδιακή γλῶσσα τῶν Ἑλλήνων μᾶς καθοδηγεῖ μέ γενετικό τρόπο στήν ὁμιλία μας, μοιάζοντας πολύ μέ τήν βιολογία καί τήν χημεία πού ἐπικρατεῖ στό σύμπαν. Δηλαδή ἡ γλῶσσα μας εἶναι συμπαντική. Καί γιά παράδειγμα, καταλήγοντας, θά σᾶς πῶ τό ἑξῆς: Στήν βιολογία, δηλαδή στήν φύση, ὑπάρχουν μεταξύ δύο πρωτεΐνες ὁλόμοιες, ἡ βασοπρεσίνη καί ἡ ὀξυτοκίνη. Οἱ δύο αὐτές πρωτεΐνες διαφέρουν μόνο σέ ἓνα μόριο σακχάρου. Αὐτή ἡ ἐλάχιστη διαφορά εἶναι ἀρκετή γιά νά δημιουργήσουν στόν ὀργανισμό δύο διαφορετικά ἐκ διαμέτρου ἀποτελέσματα. Ἡ βασοπρεσίνη ἀνεβάζει τήν ἀρτηριακή πίεση καί ἡ ὀξυτοκίνη προκαλεῖ τίς ὠδῦνες τοῦ τοκετοῦ.
Ἲσως δέν εἶναι τυχαῖο ὃτι ὁ πάνσοφος Ὃμηρος μᾶς ἀναφέρει ὃτι οἱ κόρες τοῦ Διός καί τῆς Ηρας πού τρέχουν πίσω ἀπό τίς ἐπιτόκους καί τίς διευκολύνουν νά γεννήσουν, εἶναι δύο (ὃπως ή βασοπρεσίνη καί ἡ ὀξυτοκίνη) καί ὀνομάζονται Εἰλείθυιαι. Εἶναι οἱ διευκολύνουσες θεές τόν τοκετό, ὂνομα πού παράγεται ἀπό τό ρῆμα εἲλω ἢ εἰλέω καί σημαίνει στρυμώνω, πιέζω. Κατά τήν γνώμη μου οἱ Εὐλείθυιαι παράγονται ἀπό τό ρῆμα ἒρχομαι, καθώς οἱ ἐπίτοκες τίς ἐπεκαλοῦντο νά ἒλθουν πρός βοήθειά τους. Ἒλθετε.
Ὃταν αὐτά τά σπουδαῖα συμβαίνουν ὃσον ἀφορά μεμονωμένα μέρη τοῦ λόγου, ὃπως στήν προκειμένη περίπτωση οἱ προθέσεις, εὒκολα γίνεται ἀντιληπτό πόσο κακό κάνουν στήν γλῶσσα μας οἱ ἀσύνετες παρεμβάσεις ἀλλά καί ἡ ἐπιπολαιότητα γραμματισμένων ἀνθρώπων νά παραποιοῦν κατά τό δοκοῦν τήν καθομιλουμένη. Μόλις προχθές καθηγητής τῆς Παιδιατρικῆς, μιλῶντας στήν τηλεόραση τοῦ STAR γιά τίς λοιμώξεις τῆς γρίπης, μιλοῦσε γιά τά διάφορα στελέχη τοῦ ἰοῦ, χωρίς νά ξέρει πῶς κλίνεται καί πού τονίζεται ἡ λέξη τῆς ἐπιστημονικῆς του ἰδιότητος. Ἂλλοτε ἒλεγε του στέλεχους ἀντί τοῦ στελέχους, ἂλλοτε ἒλεγε των στελέχων ἀντί τῶν στελεχῶν καί ἂλλοτε τα στέλεχα ἀντί τά στελέχη. Ἀπίστευτο γιά ἓνα ἐπιστήμονα.
Καί μή χειρότερα.
ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΚΑΣ