Εντυπωσιακά στοιχεία που φωτίζουν την μακρά διαδρομή της Ηπείρου και της Βορειοδυτικής Ελλάδα παρουσιάστηκαν κατά την διάρκεια του συνεδρίου που οργάνωσε το Πανεπιστήμιο και οι Εφορείες Αρχαιοτήτων.
Από τα κουταλάκια που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, μοναδικά ευρήματα στην Ήπειρο, μέχρι τις ενδείξεις ύπαρξης λιμναίου οικισμού στο λεκανοπέδιο Ιωαννίνων μέχρι την ραδιοχρονολόγηση οστών που έγινε και έδωσε για πρώτη φορά στοιχεία στην έρευνα και απόλυτη χρονολόγηση και την μελέτη των ελασμάτων της αρχαίας Δωδώνης.
Στο συνέδριο παρουσιάστηκε το ανασκαφικό έργων, οι αναστηλωτικές εργασίες αλλά και οι παρεμβάσεις σε μνημεία της Βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου όπως και της νεότερης.
Περισσότερες από εκατό εισηγήσεις οικοδόμησαν ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της Ηπείρου και της Βορειοδυτικής Ελλάδας.
Η αρχαιολογική παρακολούθηση δύο μεγάλων δημόσιων έργων στον κάμπο της Κόνιτσας και στην περιοχή του Κατσικά Ιωαννίνων απέδωσε σημαντικά νέα ευρήματα για την τοπογραφία της περιοχής. Σε συνδυασμό με παλαιότερα αρχαιολογικά δεδομένα προκύπτουν νέα συμπεράσματα για τις διαστάσεις του οικιστικού χώρου σε διαφορετικές περιόδους της προϊστορίας και των ιστορικών χρόνων.
Η διαχρονική χρήση του κάμπου της Κόνιτσας έχει ήδη τεκμηριωθεί, αλλά πιο ενδιαφέρουσα αναδεικνύεται η πιθανότητα ύπαρξης λιμναίου οικισμού στο νότιο άκρο της λίμνης Παμβώτιδας των Ιωαννίνων.
Η ύπαρξή του στο συγκεκριμένο σημείο υποστηρίζεται για πρώτη φορά από την αρχαιολογική έρευνα με άμεσες και έμμεσες ενδείξεις.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών κατασκευής της Ιόνιας Οδού, στις νότιες παρυφές του λεκανοπεδίου Ιωαννίνων, στον περιβάλλοντα χώρο των εγκαταστάσεων των ΣΕΑ Επισκοπικού, μεταξύ των οικισμών Επισκοπικού – Αμπελιάς εντοπίστηκε κι ανασκάφηκε εν μέρει αγροτική εγκατάσταση, η ζωή της οποίας ξεκινά στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου και φτάνει έως και τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους.
Τα κατάλοιπα της εγκατάστασης εκτείνονται στα πρανή και στην κορυφή ενός χαμηλού βραχώδους υψώματος, στους ανατολικούς πρόποδες των υψωμάτων της Μανωλιάσσας.
Κατά τις εργασίες εντοπίστηκαν στα νότια και δυτικά πρανή, σε βαθύτερα στρώματα κεραμική που χρονολογείται στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου και υποδηλώνει εγκατάσταση, διαλυμένα κατάλοιπα μονόχωρων κτιρίων που χρονολογούνται στους ρωμαϊκούς χρόνους και στους ανατολικούς πρόποδες τα θεμέλια εκτεταμένου κτιρίου με δύο τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις που χρονολογείται στους ρωμαϊκούς χρόνους.
Παράλληλα ανάμεσα στα οικιστικά κατάλοιπα μέσα σε κοιλότητες του εδάφους εντοπίστηκαν και ανασκάφησαν δέκα τάφοι (εννέα χτιστοί κιβωτιόσχημοι και ένας κεραμοσκεπής) που χρονολογούνται στους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους.
Ένας σημαντικός χειροποίητης κεραμικής, πήλινων σφοντυλιών και πυριτολιθικών τεχνουργημάτων προέρχεται από προιστορικό οικισμό της Μέσης Εποχής του Χαλκού που αποκαλύφθηκε στο Νεοχωρόπουλο.
Ανάμεσα στην κεραμική ξεχωρίζουν δύο τμήματα πήλινων κοχλαρίων –κουταλάκια- τα οποίο βρέθηκαν στο βορειοδυτικό τμήμα του οικισμού.
Ο τύπος του συγκεκριμένου κουταλιού είναι αρκετά διαδεδομένος στην Ευρώπη και στον Βαλκανικό χώρο. Για την Ήπειρο όμως αποτελεί μοναδικό εύρημα ενδεικτικό των διατροφικών συνηθειών των κατοίκων του οικισμού.