Η κατάρρευση του γεφυριού της Πλάκας το 2015 δεν ήταν περιστατικό μεμονωμένο. Πολλά πετρόχτιστα στολίδια της παραμελημένης ελληνικής περιφέρειας κινδυνεύουν, καθώς όσα δεν κατάφερε να καταβάλει ο χρόνος τα γκρεμίζει η αδιαφορία
Πετρόχτιστα στολίδια της ελληνικής λαϊκής αρχιτεκτονικής βρίσκονται σήμερα αντιμέτωπα με τον κίνδυνο του αφανισμού. Η εκκωφαντική κατάρρευση του μεγαλύτερου μονότοξου γεφυριού των Βαλκανίων, αυτού της Πλάκας, τον Φεβρουάριο του 2015, και η εκ των υστέρων αναστήλωσή του με τη συνδρομή του ΕΜΠ έστρεψαν τα βλέμματα όλων στην Ηπειρο, την πλέον παραμελημένη ελληνική περιφέρεια, που όμως στα περίπου 9.000 τετραγωνικά χιλιόμετρά της περικλείει ανθρώπινα και φυσικά (σε πολλές περιπτώσεις συνδυασμό των δύο) μνημεία σπάνιας ομορφιάς.
Τα γεφύρια αποτελούσαν για αιώνες κομμάτι της ηπειρωτικής ζωής, με τα περισσότερα από αυτά να στέκουν όρθια μέχρι και σήμερα, σε πείσμα της φθοράς του χρόνου και των ορμητικών ποταμών που γεφυρώνουν. Οσα όμως δεν κατάφερε να καταβάλει ο χρόνος τα γκρέμισε η αδιαφορία των «υπευθύνων». «Η κατάρρευση του γεφυριού της Πλάκας δημιούργησε αίσθηση λόγω της ιστορικής αξίας του, όμως από το 2004 έχουν καταγραφεί αρκετά που είχαν αντίστοιχη τύχη. Τότε κατέρρευσε αυτό της Γκιάνας, στον Ζαγορίτικο ποταμό, του Ντάλα, στη Λάκκα Σουλίου στον Αχέροντα, τον Μάιο του 2016 ακολούθησε το γεφύρι του Νασιώκα στο Ηλιοχώρι Ζαγορίου, την ίδια μέρα με αυτό της Πλάκας χάθηκε επίσης το γεφύρι στο Πολύδροσο Φθιώτιδας στον Βοιωτικό Κηφισό, λίγες ημέρες αργότερα, επίσης τον Φεβρουάριο του 2018, το Θεογέφυρο στον Δήμο Ζίτσας, ενώ έναν χρόνο αργότερα είχαμε την καταστροφή του γεφυριού του Κερίτη στον Πλατανιά Χανίων. Ολα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι το περιστατικό της Πλάκας δεν ήταν μεμονωμένο» λέει στα «ΝΕΑ» ο ερευνητής και μέλος της ομάδας Πέτρινα Γεφύρια της Ελλάδος Αλέξης Αυδής. Παρά τις τόσο σημαντικές απώλειες, ωστόσο, ακόμα και σήμερα υπάρχουν γεφύρια που εκπέμπουν σήμα κινδύνου, με σημαντικότερο αυτό της Κόνιτσας: «Το εν λόγω γεφύρι είναι πλέον το μεγαλύτερο μονότοξο (μετά την κατάρρευση αυτού της Πλάκας). Χτισμένο το 1869 από τον Πυρσογιαννίτη πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο, βρίσκεται στην είσοδο χαράδρας του Αώου, με άνοιγμα τόξου 35 μέτρα και ύψος 20 μέτρα. Τα τελευταία χρόνια οι κάτοικοι έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει για τη στατικότητά του. Εχει σοβαρά προβλήματα στα βάθρα, ενώ πλατάνια που αναπτύσσονται στα σπλάχνα του εντείνουν τις φθορές».
Επιπλέον, προβλήματα στατικότητας έχουν πια και τα λεγόμενα τρίδυμα γεφύρια του Αχελώου, με το μέλλον αυτού της Μεσοχώρας στα Τρίκαλα να είναι ιδιαιτέρως δυσοίωνο. Εχοντας αφεθεί στην τύχη του βρίσκεται πλέον σε ερειπιώδη κατάσταση, ενώ ο σχεδιασμός για τη δημιουργία φράγματος στην περιοχή αναμένεται να το κατακλύσει. Και τα «αδερφάκια» του, όμως, σε Αυλάκι και Βρουβιανά Αιτωλοακαρνανίας δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση. «Στα Βρουβιανά βρίσκεται το γεφύρι της Τέμπλας που ενώνει τον ορεινό Βάλτο με τα χωριά της Δυτικής Ευρυτανίας. Οι ρηγματώσεις στο σώμα του έχουν μεγαλώσει, ενώ οι αρκάδες (εκατέρωθεν προστατευτικά τοιχία) έσπασαν, όπως και σε αυτό του Αυλακίου. Και δυστυχώς η λίστα με τα πετρογέφυρα σε κίνδυνο δεν εξαντλείται εδώ» εξηγεί ο ίδιος.
Από την πλευρά του ο δήμαρχος Ζαγορίου Γιώργος Σουκουβέλος σημειώνει ότι ανάμεσα στα συνολικά 95 γεφύρια που βρίσκονται στα όρια του δήμου «υπάρχουν πολλά τα οποία χρήζουν άμεσων υποστηρικτικών παρεμβάσεων (Πλακίδα, Βραδέτου, Σκάλας, Χάτσιου, Κοβάτσαινας, Αρκούδα κ.ά.), όμως το κόστος των μελετών και των αποκαταστάσεων είναι δυσβάσταχτο για τον ορεινό δήμο, γεγονός που επιτάσσει την άμεση παρέμβαση της αρμόδιας υπηρεσία Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Εργων Ηπείρου». Αντίστοιχη είναι και η τοποθέτηση του δημάρχου Βορείων Τζουμέρκων Γιάννη Σεντελέ: «Χάσαμε το γεφύρι της Πλάκας, αν δεν είμαστε σε εγρήγορση φοβάμαι ότι θα ακολουθήσει αυτό της Πολίτσας, στο Αμπελοχώρι, που επίσης γεφυρώνει τον Αραχθο. Τα ορμητικά νερά και η παλαιότητα έχουν επιβαρύνει τα βάθρα του. Αντίστοιχα προβλήματα και ρηγματώσεις παρατηρούνται και σε άλλα επί του Αράχθου, στον Καλαρρύτικο ή στο Ματσουκιώτικο ρέμα».