«Θα το κάνω αργότερα»
«Τι πειράζει να καθίσω 5 λεπτά παραπάνω στον καναπέ»
«Θα τηλεφωνήσω αύριο που θα έχω πιο καθαρό μυαλό»
«Θα ξεκινήσω δίαιτα την επόμενη εβδομάδα».
Σας μοιάζουν γνώριμες οι παραπάνω φράσεις; Μήπως κάποιες από αυτές τις έχετε πει ή σκεφτεί κατά καιρούς; Πόσες από αυτές έχετε ακούσει να λένε άλλοι; Όλες συνδέονται με ένα και μόνο πρόβλημα… και το όνομα αυτής «αναβλητικότητα». Με τον όρο αυτό ονομάζεται η τάση ορισμένων ανθρώπων να αποφεύγουν συγκεκριμένες δραστηριότητες ή καθήκοντα τα οποία παράγουν συναισθήματα ανίας ή δυσαρέσκειας.
Τι μας κάνει όμως να αναβάλουμε πράγματα που έχουμε να κάνουμε;
Η αναβλητικότητα είναι βασικό πρόβλημα των αγχωμένων ανθρώπων. Το να έχουμε την τάση να αναβάλουμε πράγματα είναι συχνό φαινόμενο που μας παγιδεύει σε μεγαλύτερα επίπεδα έντασης, καθώς πολλά μικρά και ασήμαντα τελικά γίνονται ένα βουνό υποχρεώσεων. Το συναισθηματικό φορτίο γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο και πολλές μικρές δραστηριότητες εγκλωβίζονται στο μυαλό μας.
Η αλήθεια της αναβλητικότητας που αναβάλλουμε να δούμε
Η συνήθεια του να αφήνουμε πράγματα για αργότερα αποτελεί, επίσης, ένα εργαλείο που χρησιμοποιούμε με σκοπό να καλύψουμε το φόβο έκθεσής μας στο άγνωστο και το αίσθημα ευαλωτότητας, τον φόβο αποτυχίας, τον φόβο ελέγχου, τον φόβο να δεσμευτούμε απέναντι σε κάποιον ή κάτι, τον φόβο αποχωρισμού. Επομένως, όταν αυτό που πρέπει να κάνουμε συνεπάγεται με το να ρισκάρουμε και να αποτύχουμε είναι εύκολο να το αφήσουμε με σκοπό να το κάνουμε αργότερα.
Γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι περισσότερο αναβλητικοί από άλλους;
Μια πιθανή απάντηση, εκτός από την δυσλειτουργική σχέση που μπορεί να έχουμε αναπτύξει με τον χρόνο και ο ευσεβής πόθος πως όλα θα γίνουν μαγικά, είναι η ύπαρξη χαμηλής αυτοεκτίμησης. Τα άτομα τα οποία υποφέρουν από χαμηλή αυτοεκτίμηση αποφεύγουν περισσότερο, συγκριτικά με άλλους, να τολμήσουν δραστηριότητες που εμπεριέχουν κάποιο ρίσκο. Αρνητικές σκέψεις περνούν από το μυαλό τους όπως και καταστροφικά σενάρια και τους κρατούν δέσμιους σε έναν φαύλο κύκλο.
Ειδικότερα, ένα ερέθισμα (ή δραστηριότητα) τους δημιουργεί σκέψεις ανικανότητας (δεν θα τα καταφέρω ποτέ) που με τη σειρά τους παράγουν αρνητικά συναισθήματα (φόβος, άγχος). Τα συναισθήματα αυτά τους κάνουν να συμπεριφέρονται με συγκεκριμένο τρόπο (αποφυγή δραστηριότητας). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να νιώσουν ακόμη χειρότερα (ντροπή, λύπη) καθώς οι προηγούμενες σκέψεις αποτυχίας ενισχύονται.
Υπάρχει τρόπος να ξεπεράσουμε την αναβλητικότητα;
Αν έχετε αναβάλλει πολλά πράγματα για καιρό, η προοπτική του να τα αντιμετωπίσετε μοιάζει ιδιαίτερα τρομακτική. Όσο τρομακτική και αν μοιάζει η ενασχόληση με όλα όσα έχετε αναβάλλει για καιρό, θα αυξήσει σταδιακά το αίσθημα αυτό-αποτελεσματικότητας και θα βοηθήσει το αίσθημα χαμηλής αυτοεκτίμησης:
1. Φτιάξτε μία λίστα με όλα όσα έχετε αναβάλλει με όποια σειρά έρχεται το κάθε τι στο μυαλό σας.
2. Αριθμήστε την λίστα σας κατά σειρά προτεραιότητας. Σε περίπτωση που δεν μπορείτε να αποφασίσετε ταξινομείστε την λίστα κατά αλφαβητική σειρά
3. Επιλέξτε το πρώτο πράγμα στη λίστα σας. Σπάστε το σε κομμάτια δηλαδή σε μικρά πραγματοποιήσιμα βήματα. Προβάρετε τα βήματα στο μυαλό σας. Όσο το κάνετε, καταγράψτε τα πρακτικά προβλήματα που μπορούν να προκύψουν σε κάθε βήμα. Δουλέψτε με αυτά, ζητώντας βοήθεια, παίρνοντας περισσότερες πληροφορίες ή ζητώντας συμβουλή από κάποιον που εμπιστεύεστε.
4. Καθώς οραματίζεστε τι πρόκειται να κάνετε, παρατηρείστε αρνητικές σκέψεις οι οποίες μπορεί να σαμποτάρουν τις πράξεις σας (π.χ. δεν πρόκειται να βρω ποτέ λύση, δεν πρόκειται ποτέ να ολοκληρώσω αυτό που έχω να κάνω κλπ.).
5. Λάβετε δράση ολοκληρώνοντας ένα μικρό βήμα τη φορά.
6. Θυμηθείτε πως κάθε βήμα που κάνετε όσο μικρό και αν είναι σας αξίζει επιβράβευση.
7. Συνεχίστε με το επόμενο βήμα κατά τον ίδιο τρόπο.
Κι αν δεν μπορώ να τα καταφέρω;
Σε ορισμένες περιπτώσεις η αναβλητικότητα μπορεί να είναι ένδειξη πιο σοβαρών προβλημάτων. Άτομα τα οποία υποφέρουν από κατάθλιψη, άγχος και άλλες ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες μπορεί να αναβάλουν έντονα δραστηριότητες της καθημερινότητας με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρές δυσκολίες στην καθημερινή ζωή. Με τη σειρά τους, τα προβλήματα αυτά, αυξάνουν την αρνητική διάθεση και επιβαρύνουν περισσότερο την ψυχική υγεία. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό να αναζητηθεί βοήθεια από κάποιον ψυχολόγο ή άλλο εξειδικευμένο ειδικό θεραπευτή.