Χαρμολύπη προκαλούν τα δημοσιεύματα που μας πληροφορούν ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2017 θα έχουν τη δυνατότητα οι μαθητές σχολείων και συγκεκριμένα, Δημοτικού και Γυμνασίου σε όλη την επικράτεια της αχανούς Ρωσίας, να επιλέγουν ως ξένη γλώσσα τα Ελληνικά.
Η ελπίδα των υπευθύνων είναι ότι θα φτάσουν και τα Ρωσικά στα ελληνικά σχολεία…
Για πρώτη φορά θα διδάσκεται η ελληνική γλώσσα, ως γλώσσα επιλογής, σε ρωσικά σχολεία. Πώς έφτασαν τα Ελληνικά στη Ρωσία; Την πρόταση έκανε η έδρα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Κουμπάν στο Κρασνοντάρ, στη νότια Ρωσία. Είναι μέρος της ευρύτερης προσπάθειας της χώρας να προωθηθεί η διδασκαλία Ελληνικών στις μειονότητες της περιοχής. Τελικά, όμως, αποφασίστηκε από το Ρωσικό Υπουργείο Παιδείας να παρέχεται η διδασκαλία Ελληνικών σε όλη την επικράτεια της ρωσικής Ομοσπονδίας. Τα μαθήματα θα παραδίδονται στην Ε’ και Στ’ Δημοτικού και στις τρεις τάξεις του Γυμνασίου, ενώ το νέο πρόγραμμα θα αρχίσει από την 1η Ιανουαρίου του 2017.
«Είμαστε πολύ χαρούμενοι και ικανοποιημένοι, γιατί φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο, να είναι ορατή η εισαγωγή της ελληνικής γλώσσας για πρώτη φορά στα ρωσικά σχολεία», δήλωσε ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Περικλής Μήτκας, σε συνέντευξη Τύπου, λίγες ημέρες αφότου υπέγραψε τη σχετική απόφαση η ρωσίδα υπουργός Παιδείας, Ολγα Βασίλιεβα. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια προετοιμασίας ώστε να επιτευχθεί το νέο επίπεδο ελληνορωσικής συμμαχίας στην εκπαίδευση. Τα εγχειρίδια για τη διδασκαλία της γλώσσας ετοιμάστηκαν στο Πανεπιστήμιο Κουμπάν με τη συμβολή του προγράμματος «Ιάσων» του ΑΠΘ που ενισχύει τους πυρήνες ελληνικών σπουδών στα πανεπιστήμια της παρευξείνιας ζώνης.
Τη χρηματοδότηση της παραγωγής και εκτύπωσης των εγχειριδίων ανέλαβε ο πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του Γκελεντζίκ, της περιοχής του Κρασνοντάρ, Αφλατόν Σαλάχωφ. «Τα εγχειρίδια αποτελούν μια σοφή σύνθεση του παλιού και δοκιμασμένου με το καινούργιο και καινοτόμο. Η συγγραφική ομάδα διδασκόντων στο Ελληνικό Τμήμα του Πανεπιστημίου «Κουμπάν» αξιοποιεί τη δοκιμασμένη μέθοδο της Μαρίνας Ρίτοβα, που ανάλωσε μια ζωή στην υπηρεσία της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και στη συνέχεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας», τόνισε ο υπεύθυνος του προγράμματος «Ιάσων» και πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, Ομότιμος Καθηγητής του ΑΠΘ, Ιωάννης Καζάζης.
H εισαγωγή της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη Ρωσία «δημιουργεί γερά θεμέλια προώθησης των ελληνικών στη Ρωσία και προοπτικές περαιτέρω συνεργασίας στον τομέα του πολιτισμού και της εκπαίδευσης».
Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια τεράστια επιτυχία την οποία πρέπει να εξελίξει και να κεφαλαιοποιήσει ακόμη περισσότερο το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, αφού για πρώτη φορά κυριολεκτικά μετά από αιώνες, τα ελληνικά ως γλώσσα καθίστανται προσιτά και προσβάσιμα σε παγκόσμιο επίπεδο, αν αναλογισθεί κανείς ότι η Ρωσική Ομοσπονδία είναι ένα κράτος με πληθυσμό άνω των 140 εκ. ανθρώπων, το οποίο ξεκινά από τη Βαλτική θάλασσα και φθάνει έως τον Ειρηνικό Ωκεανό και έχει έκταση 17 εκ. τετραγωνικών χιλιομέτρων, όσο δηλαδή ολόκληρη η Νότια Αμερική!
Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να εκμεταλλευθεί αυτή τη θετικότατη εξέλιξη για τη διάδοση της Ελληνικής γλώσσας και σε άλλες περιοχές όπου ομιλούταν ως πρώτη γλώσσα. Δεν πρέπει να λησμονούμε την περίπτωση της Νοτίου Ιταλίας και Σικελίας, όπου η Ελληνική ήταν η κύρια και καθομιλουμένη γλώσσα επί σχεδόν 1.500 χρόνια έως τον 11ο αιώνα, ενώ ειδικά στην Απουλία και την Καλαβρία ομιλούταν έως και το 17ο αιώνα όταν και σταδιακά παραμερίστηκε από λατινικές διαλέκτους τις οποίες προωθούσε η Καθολική εκκλησία σε αγαστή συνεργασία με το Βασιλικό Οίκο των Βουρβόνων που διαφέντευε το Βασίλειο των δυο Σικελιών.
Η κατάκτηση της Νότιας Ιταλίας από τον Γκαριμπάλντι και η ενσωμάτωση της στο Βασίλειο του Πεδεμόντιου (υπό του οίκου της Σαβοΐας) επέφερε ανείπωτη φτώχεια για τις περιοχές της Νοτίου Ιταλίας και μαζική μετανάστευση στη Βόρεια και Νότια Αμερική. Κάπως έτσι στις αρχές του 20ου αιώνα με την επικράτηση του Μουσολίνι δόθηκε το οριστικό χτύπημα στις ελληνικές διαλέκτους της Νοτίου Ιταλίας, αφού το φασιστικό καθεστώς ποινικοποίησε τη χρήση της με αποτέλεσμα όσοι τη μιλούσαν να διώκονται. Φτώχεια και εξαθλίωση μετά την ήττα της Ιταλίας στο 2ο ΠΠ επέφερε ακόμη μεγαλύτερη μετανάστευση προς Αμερική και Αυστραλία.
Είναι πραγματικά θαύμα ότι παρά τις θρησκευτικές και πολιτικές διώξεις που έχουν υποστεί οι Νότιο – Ιταλοί, ακόμη και σήμερα τόσο οι Σικελιώτες όσο και οι Καλαβρέζοι, οι Καμπανοί και οι Απούλιοι διατηρούν την θύμηση του ελληνικού τους παρελθόντος και τη μνήμη της καταγωγής τους όταν αναφέρονται στην Πατρίδα τους ως Magna Grecia, για να τη διαχωρίσουν από τον Ιταλικό Βορρά, αλλά και τις περιοχές της Κεντρικής Ιταλίας.
Είναι αξιομνημόνευτο το γεγονός ότι στην πρωτεύουσα της Καλαβρίας, το Ρέτζιο (Ρήγιο), υπάρχουν γειτονιές που ακόμη και σήμερα ομιλούνται τα γρεκάνικα, δηλαδή η ελληνική διάλεκτος της Καλαβρίας, δυστυχώς όμως από υπερήλικες, αφού κανείς δεν έχει μεριμνήσει για τη διδασκαλία των ελληνικών στα παιδιά των νότιο-ιταλών στα δημόσια ιταλικά δημοτικά σχολεία ως δεύτερη ξένη γλώσσα μετά τα αγγλικά.
Κατά αντιστοιχία με αυτό που έγινε στη Ρωσία, το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να προβεί σε διμερή συνεννόηση με το Ιταλικό υπουργείο Παιδείας ώστε να εισαγάγει με ουσιαστικό τρόπο την εκμάθηση των Ιταλικών ως δεύτερης ξένης γλώσσας σε όλα τα δημόσια σχολεία Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της Ελλάδας. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να γίνουν οι αντίστοιχες ενέργειες (όπως στη Ρωσία) για την ταυτόχρονη εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας σε όλα τα δημόσια δημοτικά σχολεία της Νοτίου Ιταλίας και Σικελίας, και παράλληλα της εισαγωγής της Ρωσικής ιταλικής γλώσσας στα ελληνικά δημοτικά σχολεία αρχής γενομένης από τη σχολική χρονιά 2017-2018.
Θεωρώντας ότι η διδασκαλία μίας ξένης γλώσσας δεν είναι απλά ένα όχημα απόκτησης υλικών αποδοχών στο μέλλον, αλλά πολύ περισσότερο αποτελεί πολιτική απόφαση για τη ουσιαστικότερη μέθοδο σύσφιξης ανθρώπινων σχέσεων και εμβάθυνσης του πολιτισμού δυο χωρών, οι επί χιλιετίες αδελφοί Έλληνες και Κάτω-Ιταλοί δικαιούνται επιτέλους να αποκαταστήσουν την ορθή στενή σχέση που τους αρμόζει και δικαιούνται να έχουν
Το πρώτο βήμα σε αυτήν την πορεία οφείλει να είναι διδασκαλία της γλώσσας και του πολιτισμού και η διάχυση τους στα παιδιά των δημοτικών σχολείων.
Ας αναλογιστούμε πόσο πολύτιμη μελλοντική περιουσία θα αποτελέσει για τη χώρα μας η διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού στους μαθητές της Καμπανίας, της Απουλίας, της Καλαβρίας, των Βασιλικάτων και της Σικελίας, μιας περιοχής με πληθυσμό περίπου 25 εκ. ανθρώπους.
Ας μην λησμονούμε ότι το παγκόσμιο φως και η λάμψη ενός πολιτισμού δεν πεθαίνει όσο υπάρχουν άνθρωποι σε όλη τη Γη που θέλουν να συμμετέχουν σε αυτόν. Ο Ελληνικός πολιτισμός και το βασικό του μέσο, η ελληνική γλώσσα ανήκουν ακόμη σε αυτήν την κατηγορία.