Στοιχεία που τουλάχιστον προβληματίζουν αναφορικά με το ενδεχόμενο ενός μεγάλου σεισμού στην Ελλάδα, προκύπτουν μέσα από τους προσεισμικούς ελέγχους που δεν έχουν γίνει σε χιλιάδες δημόσια κτήρια, τόσο στην Αττική όσο και σε άλλες περιοχές που σε συνδυασμό με τα εγκαταλελειμμένα αλλά και τις παλιές και χτισμένες με «γερασμένους» κανονισμούς, πολυκατοικίες, προκαλούν πονοκεφάλους. Όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα Τα Νέα τουλάχιστον 55.000 κτήρια που θα έπρεπε να έχουν ελεγχθεί εδώ και πολλά χρόνια αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ πριν από 22 χρόνια δόθηκε εντολή από το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ και στη συνέχεια από τον ΟΑΣΠ, να ελεγχθούν 80.000 κτίρια του Δημοσίου. Δύο δεκαετίες μετά έχουν ελεγχθεί μόνο 25.000. Κάτι που πρακτικά σημαίνει πως περίπου 55.000 κτήρια – ανάμεσά τους και πολλά εγκαταλελειμμένα σε ερειπιώδη κατάσταση – δεν έχουν ελεγχθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού για την ασφάλεια όσων περνούν δίπλα από αυτά.
Επιπλέον, κατά τον ομότιμο καθηγητή του ΕΜΠ, Παναγιώτη Καρύδη, που μιλά στην εφημερίδα, στην «εξίσωση» θα πρέπει να βάλουμε και μία άλλη παράμετρο. Στον προαναφερόμενο αριθμό των προς έλεγχο κτηρίων θα πρέπει να προστεθούν και τα κτήρια που επλήγησαν από μεγάλους σεισμούς στα χρόνια που ακολούθησαν. Από το 2001 έως σήμερα είχαμε 20 σεισμούς με μέγεθος πάνω από 6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ σε πολλά μέρη της Ελλάδας, όπως για παράδειγμα στην Ελασσόνα, στην Κω, στη Σάμο και αλλού.
Κάπως έτσι προκύπτει το ερώτημα πότε θα έχει ολοκληρωθεί αυτός ο έλεγχος. «Με τον ρυθμό που πάμε, θα χρειαστούμε άλλα 45 χρόνια για να ολοκληρώσουμε τον έλεγχο, χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα έπρεπε να έχουμε ολοκληρώσει άλλες δύο επαναλήψεις ελέγχων και λόγω της γήρανσης των κτηρίων αλλά και εξαιτίας της συσσωρευμένης καταπόνησης από τους προαναφερόμενους σεισμούς. Και βέβαια, είναι απαραίτητος και ο προσεισμικός έλεγχος όλων των έργων υποδομής, όπως είναι οι γέφυρες, τα συγκοινωνιακά έργα και τα λιμάνια» επισημαίνει ο Παναγιώτης Καρύδης στα Νέα.
Αντέχει η Ελλάδα σεισμό 8 Ρίχτερ;
Την ίδια στιγμή όπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» ο σεισμολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της UNESCO, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, «ακόμα και στην περίπτωση μεγάλου χερσαίου σεισμού, 7-8 Ρίχτερ οι απώλειες δεν θα είναι παρόμοιες με αυτές που βλέπουμε σε Τουρκία και Συρία, όπου οι νεκροί ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες, γιατί, πρώτον, οι κατασκευές στην Ελλάδα είναι καλύτερες και, δεύτερον, δεν έχουμε τον ίδιο υπερπληθυσμό πάνω στα ρήγματα». Άλλωστε, «στην Τουρκία, εδικά από το 1999 και ύστερα, µπορεί να έκαναν τρομερά βήματα στην αντισεισμική πολιτική -σε ορισμένα σημεία µάς έχουν ξεπεράσει-, όµως υπάρχει το ζήτημα της διαφθοράς, που οδηγεί σε αυθαιρεσίες (χρήση µη κατάλληλων υλικών, µη τήρηση των κανονισμών, κατασκευή αυθαίρετων ορόφων κ.ά.) και έτσι καταλήγουμε στα αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα. Στην Ελλάδα το φαινόμενο είναι πολύ περιορισμένο», προσθέτει ο κ. Παπαδόπουλος. Αυτό, πάντως, δεν σημαίνει πως δεν θα έχουμε «σημαντικές απώλειες, αφού δεν θα αντέξουν όλα τα κτίρια -το είδαμε και στην Πάρνηθα το 1999, όταν κατέρρευσαν ακόμα και νεόδμητα από έναν πολύ μικρότερο σεισμό 5,9 Ρίχτερ».