Χαμηλό βαρομετρικό στην τοπική οικονομία. Κι ακόμη χαμηλότερο στις εξαγωγές της Ηπείρου, οι οποίες κατέχουν μόλις το 1% της χώρας! Κι αυτό το στοιχείο όμως ως ένα βαθμό είναι πλασματικό, όπως και η αύξηση που καταγράφεται στις εξαγωγικές επιδόσεις, καθώς προέρχεται από τις αποθήκες πετρελαιοειδών!
Στην Ήπειρο ο κλάδος που διατηρεί τα πρωτεία είναι τα τρόφιμα. Στην ουσία ο πρωτογενής τομέας, καθώς οι περισσότερες εξαγωγές προέρχονται από τις ιχθυοκαλλιέργειες στη Θεσπρωτία και ακολουθούν κλάδοι όπως τα γαλακτοκομικά και η πτηνοτροφία και τα εσπεριδοειδή.
Την ακτινογραφία των ελληνικών εξαγωγών, σε περιφερειακό επίπεδο, έκανε το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ.
Σκοπός της μελέτης είναι η ανάδειξη του βαθμού εξωστρέφειας της κάθε περιφέρειας, των κλάδων που εμφανίζουν δυναμική και των αγορών αιχμής που μπορούν με τις κατάλληλες ενισχύσεις να συντελέσουν στην αύξηση της εξαγωγικής επίδοσης της ελληνικής περιφέρειας. Η μελέτη εξετάζει στοιχεία εμπορευματικών συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων καυσίμων.
Το 2015 ήταν μια χρονιά που οι Έλληνες εξαγωγείς δοκιμάστηκαν ξανά, δεχόμενοι το ισχυρό πλήγμα της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων και την ενδεχόμενη έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ, τη συνεχιζόμενη κατάρρευση της αξιοπιστίας της χώρας στο εξωτερικό, τη ρευστότητα να παραμένει στο ναδίρ και την φορολογία να αυξάνεται υπέρμετρα.
Ο ΣΕΒΕ διαχρονικά και ειδικότερα μέσα στα χρόνια της κρίσης, παρά την εξαιρετικά δύσκολη για όλους συγκυρία, με όλες του τις δυνάμεις και με απολύτως ίδια μέσα, υπηρετεί με συνέπεια και αποτελεσματικότητα τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, παρέχοντας αναβαθμισμένες και ολοκληρωμένες υπηρεσίες και εργαλεία επιχειρηματικής ανάπτυξης, δικτύωσης, πληροφόρησης, κατάρτισης και έρευνας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης προκύπτει ότι για το 2015, αλλά και στο διάστημα της πενταετίας 2011-2015, σχεδόν τα 2/3 των ελληνικών εξαγωγών πραγματοποιούνται από τις περιφέρειες Αττική και την Κεντρική Μακεδονία. Πιο συγκεκριμένα, το 2015 η περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει το 49%, έχοντας διευρύνει το μερίδιο της κατά 4% από το 2011. Αντίστοιχα, η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας το 2015, αλλά και διαχρονικά, συνεισφέρει στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών σε ποσοστό 16%.
Να σημειωθεί, ότι ένα σημαντικό πλήθος δυναμικών, εξωστρεφών επιχειρήσεων της χώρας διατηρούν τις μονάδες παραγωγής τους στην Κεντρική Μακεδονία ή σε άλλες περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας και την έδρα/ διοικητικές λειτουργίες στην περιφέρεια Αττικής, με αποτέλεσμα τα παραπάνω ποσοστά να μην αναδεικνύουν την πραγματική συνεισφορά της Βόρειας Ελλάδας στην εξωστρέφεια της χώρας, που σαφώς είναι υψηλότερη.
Το 2015 αύξηση της αξίας των εξαγωγών τους πέτυχαν επτά από τις δεκατρείς περιφέρειες, συγκεκριμένα: Ήπειρος (50%), Νότιο Αιγαίο (40%), Στερεά Ελλάδα (26%), Θεσσαλία (13%), Βόρειο Αιγαίο (13%), Δυτική Ελλάδα (11%) και Κρήτη (10%).
Για τις περιφέρειες Ηπείρου και Νοτίου Αιγαίου, η εκτόξευση των εξαγωγικών επιδόσεων αποδίδεται κυρίως στα πετρελαιοειδή, καθώς μεταφέρθηκαν στην Πρέβεζα οι νέες εγκαταστάσεις αποθήκευσης πετρελαιοειδών ενώ οι εξαγωγές καυσίμων από τα Δωδεκάνησα αυξήθηκαν κατά 146% από το 2014. Από την άλλη πλευρά, μείωση της αξίας των εξαγωγών τους σημείωσαν οι περιφέρειες: Πελοπόννησος (-24%), Ιόνιο (-17%), Δυτική Μακεδονία (-8%), Κεντρική Μακεδονία (-6%), Αττική (-4%), Ανατ. Μακεδονία & Θράκη (-3%).
Κλαδικά, τα πετρελαιοειδή συνεισφέρουν σημαντικά στις εξαγωγές αρκετών περιφερειών και σε αυτό τον κλάδο αποδίδεται κατά κύριο λόγο η συνολική μείωση εξαγωγών σε περιφέρειες όπως η Αττική, η Πελοπόννησος, η Κρήτη, το Ιόνιο. Αξίζει να επισημανθεί ότι τα τρόφιμα αναδεικνύονται ως «κλάδος-πρωταθλητής» το 2015, αφού οι εξαγωγές του κλάδου αυξήθηκαν σε έντεκα από τις δεκατρείς περιφέρειες συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, ενώ με θετικό πρόσημο κυμάνθηκαν οι εξαγωγές και για τον βιομηχανικό κλάδο των μηχανών-συσκευών σε δέκα από τις δεκατρείς περιφέρειες. Αντίθετα, για την κλωστοϋφαντουργία & ένδυση, οι εξαγωγές σε δέκα από δεκατρείς περιφέρειες συρρικνώθηκαν.
Στην ανάλυση ανά αγορά για τις περισσότερες περιφέρειες το 2015 οι ενδοκοινοτικές αγορές αποτελούν στρατηγικό εταίρο σε επίπεδο εξαγωγών. Εξαίρεση αποτελούν οι: Ανατ. Μακεδονία & Θράκη, η Δυτική Μακεδονία, η Πελοπόννησος και η Στερεά Ελλάδα που εξάγουν πλέον ένα μεγάλο μέρος των αγαθών τους σε τρίτες χώρες και νέες αναδυόμενες και δυναμικές οικονομίες, όπως οι αγορές της Βορείου Αφρικής, της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας. Σε ό,τι αφορά την αγορά της Ρωσίας, μετά και το εμπάργκο του Αυγούστου 2014, υψηλότερες απώλειες συνολικά σε όλους τους κλάδους σημείωσε η Κεντρική Μακεδονία το 2015, της τάξης των €84,2 εκατ. συγκριτικά με το 2014. Ακολουθεί η Δυτική Μακεδονία με πτώση εξαγωγών κατά €27,2 εκατ. Στην παραπάνω μείωση συντελεί εκτός του εμπάργκο και η ύφεση στην οικονομία της Ρωσίας και η επακόλουθη μείωση της κατανάλωσης (λόγω της πτώσης στις διεθνείς τιμές στο πετρέλαιο και των διεθνών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στην χώρα).
Σε ό,τι αφορά το εμπορικό ισοζύγιο, οι δέκα από τις δεκατρείς περιφέρειες το 2015 εμφάνισαν πλεόνασμα, σε αντίθεση με το 2011 όπου πλεονασματικές ήταν μόλις οι επτά. Συγκεκριμένα, εμπορικό έλλειμμα εμφάνισαν η Αττική (€16,7 δις.), η Κεντρική Μακεδονία (€1,2 δις.) και η Πελοπόννησος (€683 εκατ.). Το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα καταγράφεται για τη Θεσσαλία και σε αξία ξεπερνάει τα €500 εκατ.