Ένα ακόμα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό με τις διαδικασίες απευθείας ανάθεσης δίνει η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, αυτή τη φορά για τα λάπτοπ ή τάμπλετ που εδώ και πολλούς μήνες έχει υποσχεθεί για τους μαθητές αλλά δεν έχει προχωρήσει καν στην έκδοση της απόφασης στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης. Με το project του υπουργείου να μένει στα λόγια από την έναρξη της σχολικής χρονιάς μέχρι και σήμερα, η Ν. Κεραμέως δίνει 250.000 ευρώ σε συγκεκριμένα εταιρεία για την επικοινωνιακή διαχείριση του προγράμματος.
Ήταν 1η Σεπτεμβρίου όταν η υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, αναφέρθηκε για πρώτη φορά την τρέχουσα σχολική χρονιά στην απόφαση του υπουργείου να διαθέσει συσκευές τάμπλετ ή λάπτοπ σε μαθητές που δεν έχουν αυτή την οικονομική δυνατότητα, ώστε να συμμετέχουν χωρίς προβλήματα στην τηλεκπαίδευση. Έπειτα, ήταν αρχές Νοεμβρίου όταν η εγκύκλιος του υπουργείου για τα κριτήρια απόκτησης μίας τέτοιας συσκευής από τους μαθητές έγιναν γνωστά, με το υπουργείο να αναφέρεται σε κοινωνικά, εισοδηματικά, μαθησιακά και άλλα κριτήρια. Έφτασε ο Φεβρουάριος, λίγο πριν την απόφαση για το εκ νέου κλείσιμο των σχολείων, όταν διαρροές του υπουργείου αναφέρθηκαν στο άνοιγμα της σχετικής πλατφόρμας για τους δικαιούχους, χωρίς και πάλι να υπάρξει καμία επίσημη ανακοίνωση.
Κάπως έτσι φτάσαμε στα μέσα Μαρτίου, με τα σχολεία κλειστά και το πρόγραμμα του υπουργείου Παιδείας για την πρόσβαση των μαθητών στην τηλεκπαίδευση να βρίσκεται στην κυριολεξία στον αέρα, χωρίς να υπάρχει ούτε καν σχετική πλατφόρμα για τους ενδιαφερόμενους.
Την ίδια ώρα, το Παρατηρητήριο για την Παιδεία της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταγγέλλει πως το υπουργείο προχωράει σε απευθείας ανάθεση ποσού 250.480 ευρώ στην εταιρεία INTRAWAY, με αντικείμενο όχι τις συσκευές αυτές καθαυτές, αλλά την επικοινωνιακή διαχείριση του προγράμματος. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται η ανάθεση γίνεται από την «Κοινωνία της Πληροφορίας» (ΚτΠ ΑΕ) την ανώνυμη εταιρία του Δημοσίου που λειτουργεί ως επιτελικό όργανο υποστήριξης υλοποίησης έργων Τεχνολογιών Πληροφορικής & Επικοινωνιών, στην εταιρία INTRAWAY στο πλαίσιο της Δράσης «Ψηφιακή Μέριμνα».
Το περιεχόμενο της ανάθεσης αναφέρεται στην κατάρτιση πλάνου δημοσιότητας, στην επικοινωνία-ενημέρωση των δικαιούχων με emails και sms, στη δημιουργία ιστοσελίδας πληροφόρησης, στην ενημέρωση των επιχειρηματιών που θα προμηθεύσουν τον εξοπλισμό,
στη δημιουργία υπηρεσίας υποστήριξης (help desk), καθώς και στη διάχυση των αποτελεσμάτων και την ευρύτερη ενημέρωση των πολιτών για τη δράση.
Το τμήμα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει ακόμα πως η επιλογή της ΚτΠ ΑΕ γίνεται «στον απόηχο των συνεχών απευθείας αναθέσεων που έχει υπογράψει η Νίκη Κεραμέως σε ιδιωτικές εταιρίες ώστε να μη συνδεθεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας με μια ακόμη απευθείας ανάθεση αρκετών χιλιάδων ευρώ». Ωστόσο, υπογραμμίζεται πως «Το έργο χρηματοδοτείται από το υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων. Οι δαπάνες του έργου βαρύνουν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) 2020, ΣΑΕ 047 με κωδικό ενάριθμου 2020ΣΕ04700058 (ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΑΙΘ “ΨΗΦΙΑΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ», ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ Ν. 4763 – ΦΕΚ Α 254/21-12-2020)».
«Η σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) υπογράφηκε στις 12 Μαρτίου με χαρακτηριστική καθυστέρηση, δεδομένου ότι η τηλεκπαίδευση συνεχίζεται κανονικά. Παραμένει ασαφές πότε θα ανοίξει η πλατφόρμα για τις αιτήσεις, πότε θα ολοκληρωθεί η διαδικασία και πότε θα παραλάβουν οι μαθητές τον εξοπλισμό, με τη διανομή να προγραμματίζεται για μετά το τέλος της φετινής σχολικής χρονιάς» τονίζει ακόμα η αξιωματική αντιπολίτεση.
Σημειώνεται πως παρά τα δημοσιεύματα προ ενός μηνός που αναφέρονταν στα κριτήρια για τους δικαιούχους του προγράμματος, και τις αναφορές για τη λειτουργία της σχετικής πλατφόρμας τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου, μετά την ανακοίνωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτά επανηλθαν σε αρκετά συστημικά μέσα ενημέρωσης, ενώ σε σημερινές της δηλώσεις η υφυπουργός Παιδείας, Ζέτα Μακρή, υποστηριξε πως «μόλις δημοσιευτεί η απόφαση στο ΦΕΚ, θα ανέβει η πλατφόρμα για τους παρόχους και εν συνεχεία για τους δικαιούχους». Ανέφερε ακόμα πως αφορά σε περίπου 525.000 άτομα και θα καλυφθούν περίπου 325.000 οικογένειες.