Επιτέλους, οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι βλέπουν φως στο βάθος του τούνελ! Έπειτα από μία πενταετία αργής, σταθερής, πλην ανεπαίσθητης από την πλευρά των εργαζομένων ανάκαμψης των οικονομιών της Eυρωζώνης, οι πολίτες αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την αλλαγή στην τσέπη τους. Οι μισθοί στις 19 χώρες-μέλη που μοιράζονται το ευρώ αυξήθηκαν κατά 2% το τελευταίο 12μηνο, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΟΟΣΑ. Πρόκειται για την ταχύτερη αύξηση των μισθών σε ετήσια βάση που καταγράφεται από το 2012.
«Ουσιαστικά οι μισθολογικές αυξήσεις ήταν μίζερες την τελευταία δεκαετία όχι μόνο στην ευρωζώνη αλλά σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο» σημειώνουν οι ερευνητές του διεθνούς οργανισμού. Η Ελλάδα, ασφαλώς, αναδείχθηκε πρωταθλήτρια στη μισθολογική μιζέρια λόγω μνημονίων, εσωτερικής υποτίμησης και συνεπακόλουθης εκτίναξης της ανεργίας στα ύψη. Την ακολουθούν το Μεξικό και η Βρετανία, όπου το πρόβλημα μάλιστα δεν αποδίδεται στο Brexit, διότι η καθήλωση των μισθών είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα.
Στους αντίποδες οι εργαζόμενοι στον Καναδά, στη Γαλλία και στη Γερμανία είδαν τους μισθούς τους την τελευταία δεκαετία να αυξάνονται κατά περισσότερο από 10% σε πραγματικούς όρους, έχοντας συνυπολογίσει την αύξηση του πληθωρισμού δηλαδή. Η Γερμανία, βέβαια, είχε εφαρμόσει μία δεκαετία νωρίτερα το δικό της, οικειοθελές μνημόνιο, με την περιβόητη Ατζέντα 2010 του Γκέρχαρντ Σρέντερ. Στις ΗΠΑ οι μισθοί αυξήθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία που κυριάρχησε το «σύστημα Ομπάμα» κατά περίπου 5%.
ΑΤΑ και πολύ είναι…
Οι τελευταίες μισθολογικές αυξήσεις πάντως, όπου αυτές έγιναν, δεν ήταν και κάτι το σπουδαίο. Ουσιαστικά οι εργοδότες δεν έδωσαν τίποτε περισσότερο από μια… ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή). Διότι εσχάτως ο πληθωρισμός πήρε πάλι την ανιούσα ωθούμενος από την εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου. «Οι ενδείξεις πάντως προοιωνίζονται αλλαγές προς όφελος των εργαζομένων» γράφουν οι «Financial Times». Η βρετανική οικονομική εφημερίδα διαπιστώνει συγκεκριμένα μια αλλαγή στη συμπεριφορά των εργαζομένων, οι οποίοι εγκαταλείπουν την παθητικότητα που είχαν υιοθετήσει τα χρόνια της υψηλής ανεργίας και της λιτότητας και αρχίζουν να διεκδικούν δυναμικά ουσιαστικές αυξήσεις.
«Οι ειδικοί προβλέπουν ότι οι εργαζόμενοι θα κερδίσουν αυτά που διεκδικούν» σημειώνουν οι «FT». Και εκτιμούν ότι οι ουσιαστικές μισθολογικές αυξήσεις θα έλθουν από τη σπουδή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να αποκαταστήσει μια «κανονικότητα» στη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, αυξάνοντας τα επιτόκια και μειώνοντας τον ισολογισμό της. Ακόμα πάντως ο ρυθμός αύξησης των μισθών απέχει πολύ από την «κανονικότητα». Όπως επισημαίνει και ο ΟΟΣΑ, «η κινητικότητα των μισθών παραμένει πολύ αργή συγκρινόμενη με την προ κρίσεως, όταν τα επίπεδα απασχόλησης ήταν ανάλογα».
Μετά τη διαπίστωση αυτή, κάλλιστα υποθέτει κανείς ότι ένα σενάριο έντασης των πληθωριστικών πιέσεων εξαιτίας της αύξησης του διαθεσίμου εισοδήματος των εργαζομένων δεν είναι πιθανό. Εξάλλου, οι μισθολογικές αυξήσεις δεν ωθούν άμεσα τις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών ανοδικά. «Οι μισθοί μπορούν να αυξηθούν περισσότερο από τις τιμές αν ενισχυθεί σημαντικά η παραγωγικότητα ή αν επισυμβεί μια μεταφορά εισοδημάτων από τους κεφαλαιούχους προς τους εργαζομένους» σημειώνει ο ΟΟΣΑ.
Μεγάλα περιθώρια
Η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή σε διεθνές επίπεδο. Αλλά οι επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις, που είχαν κόψει δραστικά τις επενδύσεις τα χρόνια της κρίσης, μοιάζουν να αλλάζουν τακτική. Ειδικά οι επιχειρήσεις αυξάνουν πάλι τις επενδύσεις τους και δείχνουν να επιστρέφουν σε έναν ενάρετο κύκλο κατά τον οποίο η ζήτηση μπορεί να ανατροφοδοτείται. «Πέρα από τις δυνατότητες παραγωγικότητας, υπάρχει πολύς χώρος για να αποκατασταθεί το μερίδιο των εργαζομένων στο εθνικό εισόδημα και στην ανάπτυξη» γράφουν οι «FT». Και αναφέρουν το παράδειγμα της Γερμανίας, η οποία στην αρχή της δεκαετίας του 2000 συμπίεσε τα εισοδήματα των εργαζομένων (με την Ατζέντα 2010) «συμβάλλοντας τα μέγιστα στη δημιουργία οικονομικών φουσκών στην ευρωπαϊκή περιφέρεια».
«Οι εργαζόμενοι στην ευρωζώνη έχουν πληγεί επί μακρύ χρονικό διάστημα, εν μέρει εξαιτίας των διεθνών εξελίξεων και εν μέρει εξαιτίας λανθασμένων πολιτικών χειρισμών στην ίδια τη ζώνη του κοινού νομίσματος. Ακόμα κι αν παγιωθεί η επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των μισθών, οι Ευρωπαίοι θα αρχίσουν απλώς να αντισταθμίζουν τις παλαιές τους απώλειες. Αν επιχειρηθεί να χειραγωγηθεί η αύξηση των μισθών με το επιχείρημα της πρόληψης χιμαιρικών φόβων υπερθέρμανσης των οικονομιών, στο πλήγμα για τους εργαζομένους θα προστεθεί και η ύβρις» εκτιμούν οι «FT».
Μπορούν να υποχρεωθούν οι επιχειρηματίες να κάνουν προσλήψεις;
Το 2009 η ιδέα είχε «πέσει» στο τραπέζι των κοινωνικών εταίρων στη Γαλλία για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων. Τώρα επανέρχεται ως (πιθανή) λύση στη μακροχρόνια ανεργία: πρέπει ή όχι να υποχρεωθούν οι γαλλικές επιχειρήσεις να προσλάβουν μακροχρόνια ανέργους, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το οξύ κοινωνικό φαινόμενο;
Το ερώτημα τέθηκε την περασμένη Δευτέρα στη συνεδρίαση του Οικονομικού, Κοινωνικού και Περιβαλλοντικού Συμβουλίου της Γαλλίας στο Παλέ Ντ’ Ιενά του Παρισιού. Στην έδρα της συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτής συνέλευσης, που συγκεντρώνει τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων (εργοδοσία, συνδικάτα, επαγγελματικές ενώσεις), οι 233 συμμετέχοντες άκουσαν τα επιχειρήματα των δύο πλευρών σε μια διαδικασία που έμοιαζε με δικαστική, καθώς υπήρχαν συνήγοροι των διαφορετικών απόψεων και δημόσιος κατήγορος.
Η μακροχρόνια ανεργία
Και οι 233 συμμετέχοντες στο Συμβούλιο συμφώνησαν ότι η μακροχρόνια ανεργία – όταν δηλαδή κάποιος βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας για χρονικό διάστημα άνω του ενός έτους – αποτελεί μια «κοινωνική μάστιγα». Στη Γαλλία οι μακροχρόνια άνεργοι φθάνουν τα 2,5 εκατομμύρια και αντιπροσωπεύουν το 41% του συνόλου των αιτούντων εργασία. Αν υπολογιστούν μάλιστα οι απογοητευμένοι που έχουν πάψει να ψάχνουν δουλειά, ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων στη Γαλλία ξεπερνά τα 3 εκατομμύρια.
Οι συνήγοροι εξέθεσαν τα επιχειρήματα των δύο άκρων: την ιδέα ενός μπολσεβίκικου συστήματος εξαναγκασμού των επιχειρηματιών να προχωρήσουν σε προσλήψεις και την ιδέα μιας Γαλλίας υπέρ-φιλελεύθερης, από την οποία απουσιάζει κάθε έννοια παρεμβατισμού στον ιδιωτικό τομέα ή κεντρικού οικονομικού προγραμματισμού.
Επαγγελματική κατάρτιση
Οι εκπρόσωποι του υπουργείου Εργασίας υπερασπίστηκαν την πολιτική του Εμανουέλ Μακρόν, δηλαδή μια πιο ευέλικτη αγορά εργασίας και ταυτόχρονα τη χρηματοδότηση επενδύσεων ύψους 15 δισ. ευρώ για την επαγγελματική κατάρτιση των ανέργων. «Έχουμε τους πιο μορφωμένους και καταρτισμένους ανέργους πάνω στη γη» ειρωνεύτηκε ο εκπρόσωπος του Εθνικού Κινήματος Ανέργων Εντουάρ Μανιάν, για τον οποίο πρώτη προτεραιότητα είναι να αλλάξει η αρνητική εικόνα που έχουν πολλοί για τους μακροχρόνια ανέργους και ο στιγματισμός τους ότι δήθεν είναι απατεώνες, τεμπέληδες και στυγνοί εκμεταλλευτές των κοινωνικών επιδομάτων και βοηθημάτων του συστήματος πρόνοιας.
Για τον Μανιάν, η επιστροφή σε μια Υπηρεσία Υποχρεωτικής Απασχόλησης συνιστά πρόοδο για την κοινωνία. Η σύμβουλος επαγγελματικής κατάρτισης στην επαρχία της Οξιτανίας στη Νοτιοδυτική Γαλλία Στεφανί Λαγκλέζ αντέτεινε ότι υπάρχει μεγάλο έλλειμμα εξειδίκευσης στο εργατικό δυναμικό και πρόσθεσε ότι μεγάλες εταιρείες τροφίμων και διανομής αδυνατούν να βρουν χειριστές μηχανημάτων για να προσλάβουν. Εν τέλει στην ψηφοφορία επικράτησε το «Όχι» με συντριπτικό ποσοστό 75%. Ένα δημοκρατικό καθεστώς δεν μπορεί να υποχρεώσει τους επιχειρηματίες να κάνουν προσλήψεις. Η μακροχρόνια ανεργία, ωστόσο, όπως άλλωστε και η ανεργία των νέων αποτελούν μείζονα προβλήματα σε όλες τις σύγχρονες κοινωνίες που ζητούν επιτακτικά λύση.