Το 48% των νέων Ελλήνων ηλικίας 18-35 ευρώ
δηλώνουν ως βασική πηγή του εισοδήματός τους την οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς, ενώ μόλις το 15% θεωρεί πιθανό να βρει δουλειά τους επόμενους έξι μήνες, σύμφωνα με ποσοτική έρευνα για την ανεργία των νέων και τις διαγενεακές σχέσεις στην Ελλάδα που διεξήγαγε η διαΝΕΟσις.
Η μεγάλη ποσοτική έρευνα της διαΝΕΟσις διενεργήθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου CUPESSE. Η διαΝΕΟσις, ως ο φορέας που διεξάγει το ελληνικό σκέλος του έργου, επιχειρεί μέσα από αυτό να ανοίξει τη συζήτηση για τα δομικά, διαγενεακά και πολιτισμικά αίτια της ανεργίας των νέων στη χώρα μας.
Η έρευνα διεξήχθη από την MRB με τη συμμετοχή 1.500 νέων Ελλήνων και 500 περίπου γονεών τους από όλες τις περιφέρειες της χώρας. Από τις απαντήσεις τόσο των νέων όσο και των γονιών τους προκύπτουν πολλά και χρήσιμα συμπεράσματα για τις στάσεις και τις αντιλήψεις των νέων σε μια σειρά από θέματα, όπως, η απασχόληση, η επιχειρηματικότητα, το ρίσκο, η οικονομική τους κατάσταση, η συμμετοχή τους σε συλλογικές δραστηριότητες και οι προσδοκίες τους για το μέλλον. Το γεγονός δε ότι η ποσοτική έρευνα καταγράφει και τις στάσεις των γονιών τους για τα ίδια θέματα δίνει τη δυνατότητα σε ερευνητές και επιστήμονες να βγάλουν χρήσιμα συμπεράσματα για τις διαγενεακές σχέσεις και τη διάχυση πεποιθήσεων και αντιλήψεων μέσα στην οικογένεια.
Μερικά από τα ενδιαφέροντα ευρήματα σχετίζονται με το ότι το 29% των νέων πιστεύουν ότι το βιοτικό τους επίπεδο θα είναι χειρότερο από αυτό των γονιών τους, ενώ την ίδια γνώμη έχει το 55% των γονέων τους. Το 41% των νέων δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη χώρα για να βρει δουλειά, ενώ το 46% δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη περιοχή της Ελλάδας.
Επίσης οι νέοι Έλληνες σε σχέση με τους γονείς τους δηλώνουν λίγο περισσότερο αριστεροί και πολύ λιγότερο θρησκευόμενοι, έχουν λίγο καλύτερο επίπεδο εκπαίδευσης, συμμετέχουν λιγότερο σε εθελοντικές ή συλλογικές δράσεις (πλην των πολιτικών), εμπιστεύονται λιγότερο τους θεσμούς και συμμετέχουν λιγότερο σε πολιτιστικά δρώμενα.
Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της ποσοτικής έρευνας, φαίνεται πως ο συνδυασμός χαμηλής μόρφωσης, οικονομικής ανεπάρκειας και έλλειψης εμπιστοσύνης στους θεσμούς στους γονείς, έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στα παιδιά τους, σε σχέση με τα παιδιά γονέων με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ποσοτικής έρευνας, ανεξάρτητα από το προφίλ των γονιών τους, οι νέοι οι οποίοι δεν θεωρούνται «ενεργοί πολίτες», αντιδρούν απέναντι στους θεσμούς, δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένοι και δεν αφιερώνουν χρόνο στην πνευματική τους καλλιέργεια, είναι αυτοί που εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας.