Ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 προκαλεί την οξεία αναπνευστική νόσο COVID-19, η οποία έχει στοιχίσει την ζωή σε περισσότερους από 100 χιλιάδες συνανθρώπους μας.
Το νέο σύστημα που θα εκμεταλλεύεται την τεχνολογία Bluetooth Low Energy (LE), θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τις υγειονομικές υπηρεσίες στην αποτελεσματικότερη ιχνηλάτηση των επαφών ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με τον νέο κορωνοϊό.
Οι δύο εταιρείες τόνισαν στην κοινή τους ανακοίνωση, ότι τα εργαλεία τους αναπτύσσονται με γνώμονα την αποτελεσματικότητα αλλά κυρίως την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των χρηστών.
Το νέο αυτό σύστημα που περιγράφεται σε μία σειρά εγγράφων χρησιμοποιεί επικοινωνίες Bluetooth μικρής εμβέλειας για τη δημιουργία ενός εθελοντικού δικτύου ιχνηλάτησης επαφών, συλλέγοντας εκτεταμένα δεδομένα για τα δύο κινητά που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους.
Αυτά τα δεδομένα θα είναι διαθέσιμα στις επίσημες εφαρμογές (apps) κυβερνητικών οργανισμών και υγειονομικών υπηρεσιών. Οι πολίτες θα μπορούν να κατεβάσουν αυτές τις εφαρμογές, και στη συνέχεια, θα μπορούν να αναφέρουν –εφόσον το επιθυμούν- αν έχουν διαγνωσθεί με τον νέο κορωνοϊό. Στη συνέχεια το σύστημα, πέρα από τους κυβερνητικούς οργανισμούς ή τις υγειονομικές υπηρεσίες, θα ειδοποιεί και τους απλούς ανθρώπους που ήρθαν σε στενή επαφή με ένα μολυσμένο άτομο.
Η λύση που αναπτύσσουν οι Apple και Google περιλαμβάνει μία σειρά από iOS και Android APIs για υποστήριξη της συγκεκριμένης δυνατότητας σε επίπεδο λειτουργικού συστήματος, ώστε η ιχνηλάτηση επαφών να γίνει σε μεγαλύτερη έκταση και με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Οι δύο εταιρείες επίσης δήλωσαν ότι θα αναπτύξουν τα νέα αυτά εργαλεία σε δύο βήματα. Στα μέσα του ερχόμενου μήνα,θα έχουν έτοιμα τα σχετικά APIs που θα επιτρέψουν τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των συσκευών iOS και Android όταν χρησιμοποιούν τις διάφορες εφαρμογές δημόσιας υγείας. Στη συνέχεια, οι δύο εταιρείες θα ενεργοποιήσουν την ιχνηλάτηση επαφών σε ευρύτερη κλίμακα χρησιμοποιώντας την τεχνολογία Bluetooth Low Energy και μέσα στους επόμενους μήνες θα υποστηρίξουν αυτή τη λειτουργικότητα απευθείας από τα λειτουργικά τους συστήματα.
Όσον αφορά στην ιδιωτικότητα και στην ασφάλεια των δεδομένων, οι δύο εταιρείες θα λάβουν ορισμένα μέτρα αποτροπής της ταυτοποίησης των ατόμων, ακόμα και αφότου έχουν διαμοιραστεί τα δεδομένα τους. Αν και το σύστημα/ εφαρμογή θα αποστέλλει τακτικά δεδομένα και πληροφορίες μέσω Bluetooth, θα μεταδίδει ένα ανώνυμο κλειδί (και όχι κάποιο στατικό ίχνος που μπορεί να ταυτοποιηθεί), το οποίο θα αλλάζει κάθε ένα τέταρτο για να διατηρηθεί η ιδιωτικότητα. Ακόμη και αν κάποιος διαμοιραστεί με το σύστημα ότι έχει μολυνθεί με τον κορωνοϊό, η εφαρμογή θα διαμοιράζει κλειδιά μόνο για την χρονική περίοδο που μπορούσε να μεταδώσει τον ιό.
Επιπλέον, δεν θα υπάρχει κάποια κεντρικά προσβάσιμη βάση δεδομένων/ λίστα με τα κινητά των χρηστών, είτε έχουν μολυνθεί με τον ιό, είτε όχι. Και αυτό επειδή τα κινητά θα πραγματοποιούν διάφορους κρυπτογραφικούς υπολογισμούς για την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Βεβαίως, θα υπάρχουν κάποιοι κεντρικοί εξυπηρετητές/ διακομιστές που θα διατηρούν την βάση δεδομένων των κλειδιών που έχουν διαμοιραστεί, αλλά όχι και τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ αυτών των κλειδιών.
Σε κάθε περίπτωση, το σύστημα δεν θα αντικαταστήσει τις παραδοσιακές μεθόδους ιχνηλάτησης των επαφών, ωστόσο μπορεί να βοηθήσει σημαντικά τις κυβερνήσεις να αποκτήσουν μία πολύ καλύτερη και ευρύτερη εικόνα για την εξάπλωση του κορωνοϊού. Όλα βεβαίως τα παραπάνω ενδέχεται να έχουν αδυναμίες, τόσο στον τομέα της ιδιωτικότητας όσο και στον τομέα της ασφάλειας. Μελλοντικά, θα πρέπει να σκεφτούμε επίσης, ότι το ίδιο σύστημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για άλλα πράγματα, ίσως πράγματα που τώρα δεν φαίνονται και τόσο σημαντικά.